ΨΗΦΙΣΑΝ… ΜΠΑΖΩΜΑ. ΜΕ 159 ΨΗΦΟΥΣ ΑΠΟΡΡΙΦΘΗΚΕ Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΔΥΣΠΙΣΤΙΑΣ

Με την ψηφοφορία για την πρόταση δυσπιστίας ολοκληρώθηκε το βράδυ της Πέμπτης η τριήμερη συζήτηση στη βουλή, η οποία σε τίποτα δεν έκανε σοφότερους τους πολίτες για την τραγωδία των Τεμπών. Σε σύνολο 300 βουλευτών, υπέρ της πρότασης δυσπιστίας ψήφισαν 141, ενώ κατά 159 βουλευτές και συνεπώς η πρόταση απορρίφθηκε.

Είχε προηγηθεί συζήτηση σε υψηλούς τόνους, ενώ προκλητικός και για άλλη μια φορά χωρίς απαντήσεις εμφανίστηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. κάλυψε πλήρως τον πρώην υπουργό Κώστα Αχ. Καραμανλή και τόνισε πως αν η αντιπολίτευση θέλει να προτείνει προανακριτική επιτροπή τότε πρέπει να φέρει τεκμηριωμένη πρόταση «ώστε να τη συζητήσουμε». Στην ουσία εννοώντας «ώστε να την απορρίψουμε» όπως ακριβώς έκανε η κυβερνητική πλειοψηφία όταν κατατέθηκε η σχετική πρόταση.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε σαφείς υπαινιγμούς για προσυνεννόηση του εκδοτικού συγκροτήματος Μαρινάκη με το ΠΑΣΟΚ, και κατόπιν του ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να πληγεί η εικόνα της κυβέρνησης ενώ εμφανίστηκε ως κήνσορας της διαφάνειας λέγοντας πως δεν προτίθεται να συγκυβερνήσει με κανένα επιχειρηματικό κέντρο. (σ.σ. όλως τυχαίως του ίδιου κέντρου που τον στήριζε με νύχια και με δόντια εδώ και πέντε χρόνια).

Και αυτό ίσως είναι το μεγαλύτερο κέρδος για τους πολίτες από την τριήμερη συζήτηση. Η, και με πρωθυπουργική σφραγίδα πλέον, ρήξη με τον Βαγγέλη Μαρινάκη κάτι το οποίο έγινε και απόλυτα εμφανές με τον εξαναγκασμό σε παραίτηση δύο κυβερνητικών στελεχών, οι οποίοι ανεπιτυχώς προσπάθησαν να παίξουν ρόλο διαμεσολαβητή αλλά όχι μόνο απέτυχαν αλλά η διαμεσολάβηση διέρρευσε προφανώς από την πλευρά Μαρινάκη.

Και αυτά όμως δεν έχουν να κάνουν με αυτή καθαυτή την τραγωδία των Τεμπών. Οι συγγενείς των θυμάτων, στους οποίους αναφέρθηκε πολλές φορές ο κ. Μητσοτάκης, τολμώντας μάλιστα να πει «σας κοιτάζω στα μάτια» καμία απάντηση δεν έλαβαν. Ούτε για το ποιος μόνταρε τις επίμαχες συνομιλίες σταθμάρχη – μηχανοδηγών, ούτε για το ποιος έδωσε εντολή μπαζώματος του τόπου της τραγωδίας, ούτε για το τι φορτίο μετέφερε το εμπορικό τρένο. Αντιθέτως σε όλα αυτά τα θέματα ο πρωθυπουργός της χώρας ακολούθησε τη γραμμή…«Φλωρίδη» λέγοντας και ο ίδιος ότι είναι περίπου «για τα μπάζα» αφού είπε πως ο πρώτος που τα είχε αναφέρει ήταν ο Βελόπουλος τον οποίο και χαρακτήρισε ως τον πραγματικό συντάκτη της πρότασης δυσπιστίας, έστω και αν δεν την υπογράφει.

Τέλος έκανε σφοδρή επίθεση άλλοτε με ειρωνείες και άλλοτε με προσβολές στους προέδρους του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκο Ανδρουλάκη και Στέφανο Κασσελάκη αντίστοιχα. Τον μεν πρώτο αποκάλεσε «αφελή» (δια της πλαγίας βέβαια, διαβάζοντας άρθρο του Ν. Αλιβιζάτου στην Καθημερινή) ενώ τον Κασσελάκη τον αποκάλεσε ευθέως «φαιδρό» με αφορμή την πρότασή του για διενέργεια εκλογών με διεθνείς παρατηρητές υπό τον φόβο νοθείας.

Από όλη αυτή τη συζήτηση έλειψε για άλλη μια φορά το δια ταύτα: Πέρα από τη μη αποκάλυψη των κυβερνητικών ευθυνών για την τραγωδία, και πάλι δεν ακούστηκε τίποτα για τον πραγματικό ένοχο της αποδιοργάνωσης του σιδηρόδρομου που δεν είναι άλλος από την ιδιωτικοποίηση του ΟΣΕ και τη σαλαμοποίηση των υπηρεσιών – τομέων του, την οποία υπηρέτησαν με πάθος όχι μόνο η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ, και οι πρώην υπουργοί που βρίσκονται σήμερα στη (δήθεν) Νέα Αριστερά.

Τίποτα δεν άλλαξε, τίποτα δεν πήγε έστω μισό βήμα πιο μπροστά. Αντίθετα, με εξαίρεση την παράπλευρη απώλεια των δύο στελεχών (Παπασταύρου και Μπρατάκου) η κυβέρνηση βγαίνει μάλλον ενισχυμένη, έχοντας ανανεώσει την κοινοβουλευτική της εμπιστοσύνη και με την αντιπολίτευση να έχει για τουλάχιστον 6 μήνες τη δυνατότητα για μια πραγματική πρόταση μομφής.