Στην 14η θέση και κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε., βρίσκεται η Ελλάδα, όσον αφορά τις νοσοκομειακές κλίνες ανά 100.000 πληθυσμό, κάτι που επιβεβαιώνει τη διαρκή συρίκνωση της δημόσιας υγείας στην χώρα.
Σύμφωνα με τη Eurostat, οι νοσοκομειακές κλίνες στην ΕΕ μειώθηκαν την τελευταία δεκαετία κατά 7%, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα. Το 2022, η ΕΕ είχε 2,3 εκατομμύρια νοσοκομειακές κλίνες, που αντιστοιχεί σε 516 νοσοκομειακές κλίνες ανά 100.000 άτομα, έναντι 563 κλίνες το 2012.
Η μείωση αυτή αντικατοπτρίζει, τις επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις που μείωσαν τη μέση διάρκεια παραμονής για ενδονοσοκομειακές διαδικασίες. Επίσης, τα δεδομένα καλύπτουν μόνο κρεβάτια για ενδονοσοκομειακή περίθαλψη (εξαιρουμένων των κρεβατιών ημερήσιας φροντίδας και των κλινών εξωτερικών ασθενών).
Οι υψηλότεροι αριθμοί νοσοκομειακών κλινών καταγράφηκαν στη Γερμανία (642.107), στη Γαλλία (374.290) και στην Πολωνία (231.789), ενώ οι χαμηλότεροι στη Μάλτα (2.158), στο Λουξεμβούργο (2.609) και στην Κύπρο (2.857).
Σε σχέση με το μέγεθος του πληθυσμού, η Βουλγαρία καταγράφει τον υψηλότερο αριθμό νοσοκομειακών κλινών με 823 νοσοκομειακές κλίνες ανά 100.000 άτομα, ενώ το δεύτερο υψηλότερο αριθμό καταγράφει η Γερμανία με 766 κλίνες ανά 100.000 άτομα. Ακολουθεί η Ρουμανία με 728 κλίνες.
Η Ελλάδα κατατάσσεται στη 14η θέση μεταξύ των 27 χωρών της ΕΕ, με περίπου 440 κλίνες ανά 100.000 άτομα και χαμηλότερα από το μέσο όρο στην ΕΕ που είναι 516 κλίνες ανά 100.000 άτομα.
Τους χαμηλότερους αριθμούς νοσοκομειακών κλινών σε σχέση με το μέγεθος του πληθυσμού κατέγραψαν η Σουηδία (190 ανά 100.000 άτομα), η Ολλανδία (245), η Δανία (248), η Φινλανδία (261), η Ιρλανδία (291) και η Ισπανία (294 κλίνες).
Όσον αφορά τις κλίνες μακροχρόνιας περίθαλψης σε νοσηλευτικές και άλλες οικιακές εγκαταστάσεις μακροχρόνιας φροντίδας, το 2022, τα υψηλότερα ποσοστά καταγράφηκαν στην Ολλανδία (1.420 κρεβάτια μακροχρόνιας φροντίδας ανά 100.000 άτομα), στη Σουηδία (1.299) και στο Βέλγιο (1.283).
Η Βουλγαρία (25 κρεβάτια μακροχρόνιας φροντίδας ανά 100.000 άτομα) και η Ελλάδα (26) κατέγραψαν τα χαμηλότερα ποσοστά.