“Αντί να διώξουν όσους έκαναν υποκλοπές, διώκουν μέλη της ΑΔΑΕ”
O κύριος Ράμμος είπε για τις πιέσεις προς τις Ανεξάρτητες Αρχές. Μίλησε για τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση προσπαθεί να χειραγωγήσει την έρευνα και επισήμανε τον ρόλο Ντογιάκου και τη «γνωμοδότηση» για τον τρόπο δουλειάς της ΑΔΑΕ.
«Με προσέβαλαν και με απείλησαν προσωπικά κυβερνητικά στελέχη», δήλωσε ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ
Καταπέλτης για τον χειρισμό του σκανδάλου των παρακολουθήσεων από τη δικαιοσύνη είναι η κατάθεση του προέδρου της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), Χρήστου Ράμμου στην επιτροπή LIBE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Λίγες μέρες μετά την απόφαση της εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Γεωργίας Αδειλίνη, να αφαιρέσει την υπόθεση από τους εισαγγελείς Πρωτοδικών και να διαβιβαστούν οι δικογραφίες στον Άρειο Πάγο, ο Χρήστος Ράμμος τόνισε ότι επί 18 μήνες η ελληνική δικαιοσύνη δεν έχει κάνει τίποτα, δεν έχει διώξει κανέναν για τις υποκλοπές, αλλά διώκει μέλη της ΑΔΑΕ, που έκαναν το καθήκον τους.
Όταν του ζητήθηκε να σχολιάσει δημοσίευμα, σύμφωνα με το οποίο πταισματοδίκης καλεί σε απολογία την Κατερίνα Παπανικολάου, πρώην μέλος της ολομέλειας της ΑΔΑΕ, τον καθηγητή του Παν. Πειραιά Στέφανο Γκρίτζαλη και ακόμα δύο στελέχη της ΑΔΑΕ ως υπόπτους για την τέλεση του αδικήματος της διαρροής ευαίσθητων κρατικών μυστικών προς το θύμα των υποκλοπών Θανάση Κουκάκη, ο Χρήστος Ράμμος μίλησε για σοκ:
«Ήταν μεγάλο σοκ για μένα η δίωξη δύο εξαιρετικών συνεργατών μου Κατερίνα Παπανικολάου και Στέφανο Γκρίτζαλη. Έχω συνεργαστεί μαζί τους χρόνια και μπορώ να εγγυηθώ για τον επαγγελματισμό τους προς το καθήκον τους. Παρόλο που δεν γνωρίζω τις λεπτομέρειες για τους λόγους που έχουν διωχθεί, είμαι πλήρως πεπεισμένος ότι η εισαγγελία θα φανεί ότι θα διαψευστεί σύντομα. Λυπάμαι ότι κάποιοι από τους καλύτερους αξιωματούχους της Ελλάδας υφίσταται όλα αυτά».
«Η ελληνική δικαιοσύνη εδώ και 18 μήνες δεν έχει κάνει τίποτα, δεν έχει διώξει κανέναν για τις υποκλοπές, η ίδια δικαιοσύνη σπεύδει να διώξει 2 μέλη του εποπτικού οργάνου που απλώς έκαναν το καθήκον τους», είπε με έμφαση και πρόσθεσε:
«Από το τέλος του 2022 σειρά δημοσιευμάτων στην Ελλάδα υπέδειξε ότι η ιδιωτικότητα των συνομιλιών συγκεκριμένων προσώπων, μεταξύ τους δημόσιων αξιωματούχων, είχε παραβιαστεί, κατά παράβαση της ελληνικής νομοθεσίας, με τη χρήση παράνομου κακόβουλου λογισμικού, κάτι που προκάλεσε έντονο ενδιαφέρον στην κοινή γνώμη».
Παρακολουθουσαν με Predator την εισαγγελεα της ΕΥΠ
Αυτό είχε ως συνέπεια η ΑΔΑΕ να λάβει «πολυάριθμα αιτήματα, που προκάλεσαν αρκετές έρευνες που παραμένουν σε εξέλιξη και είναι μυστικές, όπως επιβάλλει ο νόμος. Υπάρχει διαρκής επαφή με τους εισαγγελείς που ερευνούν το ποινικό σκέλος της υπόθεσης».
Θύμισε την αλλαγή του νόμου, που είχε προφανή στόχο να εμποδιστεί η ενημέρωση των θυμάτων παρακολουθήσεων σχεδόν επ’ αόριστον και αφήνοντας σαφείς αιχμές για τον Ισίδωρο Ντογιάκο και τις απειλές που εξαπέλυσε για τα μέλη της ΑΔΑΕ, πρόσθεσε:
«Όταν στο πλαίσιο έρευνας ήρθαμε σε επαφή με πάροχο τηλεπικοινωνιών, αυτός ζήτησε επιβεβαίωση από τον Άρειο Πάγο για τη δυνατότητα για να παράσχει σχετικά στοιχεία, υπό το νέο νομικό πλαίσιο. Ο εισαγγελέας του ΑΠ εξέδωσε μη δεσμευτική γνωμοδότηση -και κατά τη γνώμη μου εσφαλμένη νομικά- ότι η ΑΔΑΕ δεν έχει πλέον την δυνατότητα να πραγματοποιεί έρευνες είτε αυτοβούλως είτε μετά από αίτημα πολίτη, σε σχέση με την πιθανή παραβίαση του απόρρητου των επικοινωνιών τους για λόγους εθνικής ασφάλειας. Η γνωμοδότηση συνοδευόταν από απειλές ότι αν η ΑΔΑΕ δεν συμμορφωνόταν με τη γνωμοδότηση, πιθανώς θα υφίσταντο δίωξη με κατηγορίες όπως η κατασκοπεία μέλη της διοίκησης και του προσωπικού της. Παρά ταύτα, οι έρευνες της ΑΔΑΕ είναι νόμιμες με βάση το νόμο 3115/2003, που δεν τροποποιήθηκε καθόλου από τον νόμο του 2022, στον οποίο βασίστηκε η γνωμοδότηση. Δήλωσα δημοσίως ότι αυτή η γνωμοδότηση αντίκειται στην συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία της ΑΔΑΕ».
Επισήμανε επίσης ότι ζήτησε να καταθέσει στην Επιτροπή Διαφάνειας του Ελληνικού Κοινοβουλίου «προκειμένου να καταθέσω για να ενημερώσω τη Βουλή για τα ήδη υπάρχοντα ευρήματά μας από τις έρευνες. Το αίτημα απορρίφθηκε από τον πρόεδρο της Επιτροπής και τον πρόεδρο της Βουλής».
Επίσης έδωσε πλήρη αναφορά στο γεγονός ότι «τον Ιανουάριο με προσέβαλαν και με απείλησαν προσωπικά, δημοσίως και με ωμότητα, βουλευτές και αξιωματούχοι της κυβέρνησης, όταν η ΑΔΑΕ προσπάθησε να ενημερώσει τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με βάση δικό του αίτημα που εδράζεται στην κείμενη νομοθεσία (5002/2022, άρθρο 8, παράγραφος 6), να μάθει αν υπήρξαν στόχος παρακολούθησης υψηλά ιστάμενοι δημόσιοι αξιωματούχοι από την κρατική υπηρεσία πληροφοριών, την ΕΥΠ».
Οι Aλλαγες στην ΑΔΑΕ
Ο Χρήστος Ράμμος, μίλησε και για τον τρόπο με τον οποίο έγιναν οι αλλαγές των προσώπων στην ΑΔΑΕ και τη δημοσίευση νύχτα της απόφασης στο ΦΕΚ.
Οι «εξελίξεις τις τελευταίες ημέρες ανέδειξαν τις ανησυχίες για παρεμβάσεις στην ανεξαρτησία της ΑΔΑΕ, όπως επιτάσσει το Σύνταγμα … η ΑΔΑΕ είχε πρόσφατα πραγματοποιήσει έκτακτες επιθεωρήσεις για την νομιμότητα των υποκλοπών στις εγκαταστάσεις της ΕΥΠ … όπως προείπα, η διαδικασία παραμένει σε εξέλιξη. Στις 20 Σεπτεμβρίου το Ελληνικό Κοινοβούλιο αντικατέστησε 3 από τα 7 μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΑΔΑΕ. Η θητεία τους είχε λήξει από τον Μάρτιο του 2022, αλλά η αντικατάστασή τους παρουσιάστηκε ως “επείγουσα” μετά την αδράνεια της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής επί 18 μήνες».
Όπως επισήμανε, «η αντικατάσταση αποφασίστηκε με οριακά μικρότερη πλειοψηφία (16/27 ή 2,96/5), κατά παράβαση του Συντάγματος. Τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως κατά τη διάρκεια της νύχτας με αξιοσημείωτη βιασύνη, υποδεικνύοντας ότι η αντικατάσταση θα μπορούσε να συνδέεται με συγκεκριμένα γεγονότα. Δεν μπορώ να προχωρήσω σε λεπτομέρειες επ’ αυτού».
Ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ επισήμανε και την προσπάθεια κυβερνητικής παρέμβασης στο έργο των Ανεξάρτητων Αρχών, σημειώνοντας ότι τους προηγούμενους μήνες «η ΑΔΑΕ επίσης ηγήθηκε των ερευνών, μαζί με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Και οι δύο Αρχές δέχθηκαν αυξανόμενες πιέσεις ενώ προχωρούσαν τις έρευνές τους. Τα τελευταία γεγονότα στο τέλος Σεπτεμβρίου μπορούν σίγουρα να εντείνουν τις ανησυχίες για τον σεβασμό των κανόνων λειτουργίας της ΑΔΑΕ».
Και κατέληξε: «Η ΑΔΑΕ έχει λίγα μέσα, μικρό προϋπολογισμό, αντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες στο έργο του ελέγχου της νομιμότητας τηλεπικοινωνιών που τίθενται υπό εισαγγελική εντολή».