Στη σύγχρονη φαρμακευτική έρευνα, το ισχυρότερο κίνητρο για την ανάπτυξη και παραγωγή νέων φαρμάκων θεωρείται η εξασφάλιση των μονοπωλιακών πνευματικών δικαιωμάτων. Η αλήθεια είναι, ότι όντως το υπάρχον σύστημα έρευνας και ανάπτυξης νέων φαρμάκων, που βασίζεται στο σύστημα των ευρεσιτεχνιών, έχει καταφέρει μια σειρά από σημαντικές επιτυχίες για την αντιμετώπιση λιγότερο ή περισσότερο σοβαρών ασθενειών. Όμως, οι συνεχώς αυξημένες ιατρικές προκλήσεις, σε συνδυασμό με την μειωμένη αποδοτικότητα των τμημάτων R&D δημιουργούν νέα δεδομένα στο τομέα της ιατροφαρμακευτικής έρευνας, τα οποία δεν μπορούν να απαντηθούν από το υπάρχον παραγωγικό μοντέλο φαρμάκων. Οι αστοχίες που εμφανίζονται είναι πολλές και δεν είναι θεωρητικές, αλλά περιγράφονται με νούμερα ήδη από τη δεκαετία του 80’.
Χαρακτηριστική παρατήρηση είναι ο λεγόμενος Eroom’s Law (αναγραμματισμός από τον νόμο του Moore), όπου διαπιστώνεται ότι για σταθερό ποσό επενδύσεων η παραγωγή νέων φαρμάκων μειώνεται. Με απλά λόγια, η ανακάλυψη και ανάπτυξη νέων φαρμακευτικών μορίων γίνεται δυσκολότερη και ακριβότερη.
Που οφείλεται αυτό;
Σε πολλούς λόγους, οι τρεις κυριότεροι όμως είναι:
- Η αφετηριακή αρχή της λειτουργίας του υπάρχοντος παραγωγικού μοντέλου στο σύστημα των ευρεσιτεχνιών, όπου μεγάλα ποσά που, υπό φυσιολογικές συνθήκες θα καταλήγανε για τους επιστημονικούς σκοπούς στα τμήματα Έρευνας και Ανάπτυξης, καταλήγουν είτε σε σκοπούς marketing και post-marketing, για την πλαισίωση του νέου φαρμάκου στην αγορά, είτε σε περιφερειακά έξοδα που αφορούν το ζήτημα της πατέντας.
- Η τάση των φαρμακευτικών εταιριών να μην παίρνουν ρίσκα επένδυσης για την ανακάλυψη νέων φαρμάκων, αλλά να ενδιαφέρονται περισσότερα για την εξαγορά της καινοτομίας όταν αυτή προέλθει από μια Start up ή Spin off εταιρία. Χαρακτηριστικό είναι ότι το 2018 η αγορά που διαχειρίζονταν οι 20 μεγαλύτερες Big Pharma ήταν ύψους 1 τρις δολάρια, ωστόσο μόνο το 20% των Best-Sellers προήλθε από αυτές.
- Μειωμένα κίνητρα επένδυσης για ασθένειες του παγκόσμιου νότου.
Τα παραπάνω σε συνδυασμό με το ότι τα τμήματα Έρευνας και Ανάπτυξης έχουν συνδέσει σε μεγάλο βαθμό τη χρηματοδότηση τους από τις τιμές φαρμάκων στην αγορά (που εξασφαλίζονται από τα μονοπωλιακά δικαιώματα) και την επιτυχία των πωλήσεών τους, οδηγεί σε αρκετά υψηλές τιμές νέων φαρμάκων που καθορίζονται αυθαίρετα, δυσχεραίνοντας την πρόσβαση στους πιο ευάλωτους πληθυσμούς.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Pfizer που ανακοίνωσε ότι θα αυξήσει από 13$ στα 1350$ το φάρμακο ενάντια στον SARS-CoV-2, που αποδείχθηκε σωτήριο για μεγάλη μερίδα ασθενών, ώστε
να μην περιοριστούν τα κέρδη της.
Η λανθασμένη εκτίμηση της έννοιας της αξίας συνολικά στο καπιταλιστικό σύστημα αλλά και στην υγεία, η μην ανταλλαγή δεδομένων και πληροφοριών μεταξύ των επιστημόνων, η μυστικότητα στα πραγματικά έξοδα των RnD τμημάτων των φαρμακοβιομηχανιών και η κλειστή λογική των πατεντών οδηγούν στην υπέρμετρη κοστολόγηση των φαρμάκων και μετατρέπουν το φάρμακο από “κοινό αγαθό” σε εμπόρευμα και την υγεία ακραία ταξική.
Υπάρχει εναλλακτική;
Φυσικά και υπάρχει, η ανάλυση της οποίας όμως ξεφεύγει κατά πολύ από τους σκοπούς του συγκεκριμένου άρθρου ωστόσο η ελεύθερη και χωρίς φραγμούς διακίνηση επιστημονικών πληροφοριών ανάμεσα στις παγκόσμιες κοινότητες, η εισαγωγή του συστήματος των βραβείων ενάντια στη μονοπωλιακή εκμετάλλευση των φαρμάκων, η αποσύνδεση του κόστους των R&D από τις τιμές των φαρμάκων και η αλλαγή του θεσμού των πατεντών βρίσκονται στη βάση αυτής της εναλλακτικής ώστε να αλλάξει η παραγωγή φαρμάκων και αυτά να μετατραπούν από μονοπωλιακό εμπόρευμα σε κοινωνικό αγαθό.