Σε εκτενή κοινή δήλωση προχώρησαν οι συνήγοροι των 9 υπό απέλαση Ευρωπαίων πολιτών που συνελήφθησαν από την ΕΛΑΣ στην κατάληψη που πραγματοποίησαν στη Νομική Αθηνών φοιτητικά σχήματα, καταγγέλλοντας την πρωτοφανή απόφαση των αρχών.
Πρόκειται για Ευρωπαίους πολίτες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία γυναίκες, από τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ισπανία, την Ιταλία και από τη Βρετανία, για τους οποίους έχει ληφθεί απόφαση διοικητικής απέλασης με την αιτιολογία ότι δήθεν είναι «επικίνδυνοι για τη δημόσια τάξη».
Δήλωση για το συγκεκριμένο θέμα έκανε στις 18/5 και ο Γ.Γ. του ΜέΡΑ25 και υποψήφιος ευρωβουλευτής, Γιάνης Βαρουφάκης, σημειώνοντας πως «το ελληνικό κράτος ζήλεψε τη δόξα του γερμανικού, απελαύνοντας ευρωπαίους πολίτες για πολιτική δράση».
Τονίζεται ότι η κύρια κατηγορία την οποία αντιμετωπίζουν τα συγκεκριμένα άτομα στην ελληνική δικαιοσύνη είναι το χαμηλής ποινικής απαξίας πλημμέλημα της διατάραξης λειτουργίας δημόσιας υπηρεσίας, επειδή δηλαδή εμπόδισαν τη λειτουργία του πανεπιστημίου (χωρίς όμως να ακυρωθούν τα μαθήματα, τα οποία έγιναν διαδικτυακά, σύμφωνα με ανακοίνωση του ΑΕΙ), για μόλις 2,5 ώρες το πρωί της Τρίτης.
Στην κοινή τους δήλωση οι δικηγόροι των 9 υπό απέλαση ατόμων, τονίζουν ότι «κρατικές αρχές με δημόσιες δηλώσεις και διαρροή πληροφοριών στα ΜΜΕ, κατά κατάφωρη παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας, εμφανίζουν τους εντολείς μας ως ενόχους στο ευρύ κοινό και διαμορφώνουν συγκεκριμένο κλίμα σε βάρος τους, ως πρόσωπα με “βαρύ ποινικό παρελθόν” και ως “συντονίστριες επεισοδίων”, γεγονότα ψευδή για τα οποία επιφυλασσόμαστε».
Οι δικηγόροι επισημαίνουν ένα κρίσιμο ερώτημα που προκύπτει από την πρωτοφανή απόφαση της διοικητικής απέλασης, πριν καν δικαστούν για το πλημμέλημα με το οποίο βαρύνονται, καθώς η συγκεκριμένη δίκη έχει αναβληθεί για το τέλος Μαΐου. Όπως αναφέρουν, «ανακύπτει το ερώτημα αν οι ελληνικές αρχές θα στερήσουν από τους εννέα εντολείς μας το δικαίωμα στην αυτοπρόσωπη εμφάνιση και στην προετοιμασία της υπεράσπισής τους, και συνακολούθως το δικαίωμα στη δίκαιη δίκη, ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών στις 28 Μαΐου 2024».
«Αναμένουμε από τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια να ελέγξουν αμερόληπτα τις ανωτέρω αποφάσεις που θα προσβάλλουμε ενώπιον τους και ακόμη να εξειδικεύσουν αν ισχύει και εφαρμόζεται στην Ελλάδα το δικαίωμα ελεύθερης μετακίνησης και διαμονής Ευρωπαίων πολιτών ή αν αυτό ισχύει μόνο για τουρίστες και επενδυτές και αίρεται σε περίπτωση πολιτικής δράσης, ιδίως αν πρόκειται για την Παλαιστίνη», καταλήγει η ανακοίνωση. Ακολουθεί ολόκληρη η ανακοίνωση των έξι δικηγόρων
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΝΝΕΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΥΣ/ΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΥΣ/ΕΣ ΥΠΟ ΑΠΕΛΑΣΗ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΣΤΗ ΓΑΖΑ
Στις 14.5.2024 συνελήφθησαν είκοσι οκτώ (28) πρόσωπα κατά την αστυνομική επιχείρηση στην κατάληψη της Νομικής Σχολής Αθηνών στο πλαίσιο διεθνών διαμαρτυριών για την αιματοχυσία στη Γάζα. Οδηγήθηκαν στη ΓΑΔΑ όπου κρατήθηκαν χωρίς να έχουν πρόσβαση στους συνηγόρους τους, κάτι που επετράπη σε αυτούς το πρώτον μετά από 8 ώρες. Στις 15.5.2024 οδηγήθηκαν ενώπιον του Αυτόφωρου Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, το οποίο ανέβαλε την υπόθεση για μεταγενέστερη δικάσιμο και άφησε όλους τους συλληφθέντες ελεύθερους. Οι συνοδοί αστυνομικοί απομόνωσαν τους 9 Ευρωπαίους κατηγορούμενους (οκτώ γυναίκες και έναν άντρα) σε διπλανή αίθουσα με τη δικαιολογία ότι πρέπει να επιστρέψουν στη ΓΑΔΑ δήθεν για να «ελεγχθούν τα διαβατήριά τους» όπως ειπώθηκε και στη μία εκ των συνηγόρων που επικοινώνησε εκείνη την ώρα τηλεφωνικά με το Τμήμα Κρατικής Ασφάλειας. Ακολούθως, τους μετέφεραν με χειροπέδες απευθείας στην Υποδιεύθυνση Αλλοδαπών στον Ταύρο (χωρίς δηλαδή να οδηγηθούν στη ΓΑΔΑ για τον υποτιθέμενο έλεγχο). Η Υποδιεύθυνση Αλλοδαπών ενημέρωσε το απόγευμα της 15.5.2024 τις συνηγόρους τους, που τους επισκέφθηκαν, ότι οι κρατούμενοι ενεγράφησαν στον κατάλογο ανεπιθύμητων αλλοδαπών (ΕΚΑΝΑ) με την αιτιολογία ότι είναι επικίνδυνοι για τη δημόσια τάξη και εθνική ασφάλεια, επειδή συνελήφθησαν την προηγούμενη ημέρα στη συγκεκριμένη συνθήκη. Στους ίδιους τους «επικίνδυνους» Ευρωπαίους ουδέν ανακοινώθηκε, αφού όπως μας μετέφεραν οι αστυνομικοί, δεν υπήρχε ούτε διερμηνέας αγγλικής γλώσσας (πολύ περισσότερο της γαλλικής, γερμανικής, ιταλικής ή ισπανικής) και δεν τους επιδόθηκε κανένα έγγραφο. Το μόνο που ειπώθηκε και αντελήφθησαν ήταν η λέξη «deportation» χωρίς να εξηγηθεί κάτι περαιτέρω.
Ακολούθως, το ίδιο βράδυ οι 8 κρατούμενες εκ των 9 μεταφέρθηκαν στο Κέντρο διοικητικής κράτησης Αμυγδαλέζας, όπου δύο ημέρες μετά (17.5.2024) μεταφέρθηκε και ο ένατος, ο οποίος μέχρι τότε κρατείτο στην Υποδιεύθυνση Αλλοδαπών Αθηνών. Το ΠΡΟΚΕΚΑ Αμυγδαλέζας είναι κλειστό φυλασσόμενο κέντρο, η παραμονή των κρατουμένων γίνεται σε κοντεϊνερ σε άθλιες συνθήκες, ενώ δεν υπάρχουν διερμηνείς.
Την 18.5.2024, εκδόθηκαν οι αποφάσεις απέλασής τους από αξιωματικό της Διεύθυνσης Αλλοδαπών, τις οποίες οι αστυνομικοί επιχείρησαν να επιδώσουν στους κρατούμενους στην ελληνική γλώσσα και σε κακέκτυπο κείμενο (παραλειπόταν τμήμα του κειμένου). Οι κρατούμενες ζήτησαν να τους επιδοθούν τα πλήρη κείμενα των αποφάσεων και να επιδοθούν αυτές σε γλώσσα που κατανοούν. Οι υπηρεσίες αλλοδαπών της ΕΛΑΣ ωστόσο δεν έχουν τα σχετικά έγγραφα μεταφρασμένα ούτε καν στην αγγλική γλώσσα, ενώ δεν διαθέτουν διερμηνείς ούτε σε ένα τέτοιο νευραλγικό πόστο (πόσο δύσκολο είναι πραγματικά να διασφαλίσει έναν διερμηνέα αγγλικής ή γαλλικής γλώσσας η ελληνική αστυνομία, αν δεχθούμε ότι τα φαρσί και τα ουρντού είναι πολυτέλεια). Κατόπιν αυτού δεν χώρησε πραγματική επίδοση των αποφάσεων, ενώ αυτές δεν έχουν κοινοποιηθεί ούτε στους συνηγόρους τους στην ελληνική γλώσσα, αν και έχουν ζητήσει αντίγραφα του φακέλου τους από το Τμήμα Επιστροφών της Δ/νσης Αλλοδαπών ήδη από την Πέμπτη, 16.5.2024.
Οι περιορισμοί στην ελευθερία κυκλοφορίας και διαμονής των πολιτών της Ένωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 21, 22 και 23 του ΠΔ 106/2007, για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας, μπορούν να τεθούν μόνο με βάση την αρχή της αναλογικότητας και πρέπει να θεμελιώνονται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του προσώπου που αφορούν. Οι προηγούμενες ποινικές καταδίκες δεν αποτελούν αυτοτελώς λόγους για τη λήψη τέτοιων μέτρων, πόσο μάλλον εν προκειμένω η άσκηση μόνο ποινικής δίωξης, χωρίς δηλαδή καταδίκη (και δη για πλημμελήματα αρμοδιότητας Μονομελούς Πλημμελειοδικείου). Η αιτιολογία δε σχετικά με την «προσωπική συμπεριφορά» πρέπει να συνίσταται σε συγκεκριμένα στοιχεία της συγκεκριμένης υπόθεσης, από τα οποία να προκύπτει ότι αυτή η συμπεριφορά συνιστά αρκούντως σοβαρή απειλή, που στρέφεται κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας. Με βάση τη νομολογία του Δ.Ε.Ε., τέτοιο θεμελιώδες συμφέρον διαπιστώνεται ότι απειλείται για παράδειγμα σε περίπτωση πολίτη της Ε.Ε. που καταδικάστηκε ως μέλος οργάνωσης εμπορίας ναρκωτικών.
Η Διεύθυνση Αλλοδαπών μας διδάσκει ότι ομοίως «θεμελιώδες συμφέρον της ελληνικής κοινωνίας» απειλείται όταν λαμβάνει χώρα οποιαδήποτε συμβολική δράση διαμαρτυρίας για τα δεινά του παλαιστινιακού λαού και μάλιστα εδώ, δεν χρειάζεται καν να περιμένουμε την καταδικαστική απόφαση, όπως σε περίπτωση εμπορίας ναρκωτικών. Επιπλέον, οι κρατούμενοι ουδέποτε ρωτήθηκαν από την αρμόδια πλέον Δ/νση Αλλοδαπών πού ζούνε στην Ελλάδα, αν εργάζονται ή αν σπουδάζουν ούτε και πόσο καιρό βρίσκονται εδώ. Παρόλα αυτά ο αρμόδιος αξιωματικός που υπογράφει τις αποφάσεις απέλασης, θεωρεί ότι «δεν έχουν διαβατήρια, γνωστή διαμονή ή μέσα διαβίωσης», όπως συνήθως αναγράφεται και σε όλες τις αποφάσεις πολιτών τρίτων χωρών που έρχονται παράτυπα στην Ελλάδα για να ζητήσουν άσυλο. Οι κρατούμενοι, κατά περίπτωση, έχουν αναπτύξει βιοτικούς δεσμούς στην Ελλάδα (οι περισσσότεροι εξ αυτών διαθέτουν μισθωτήρια στο όνομά τους, αναρτημένα στο taxisnet ή συμβάσεις εργασίας), πράγμα που θα μπορούσαν να ελέγξουν οι αρχές πριν αυθαίρετα αποφασίσουν την απέλασή τους με αόριστη επίκληση λόγων τάξης και ασφάλειας. Παράλληλα, κρατικές αρχές με δημόσιες δηλώσεις και διαρροή πληροφοριών στα ΜΜΕ, κατά κατάφωρη παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας, εμφανίζουν τους εντολείς μας ως ενόχους στο ευρύ κοινό και διαμορφώνουν συγκεκριμένο κλίμα σε βάρος τους, ως πρόσωπα με “βαρύ ποινικό παρελθόν” και ως “συντονίστριες επεισοδίων”, γεγονότα ψευδή για τα οποία επιφυλασσόμαστε.
Τέλος, σημειώνεται ότι η κράτηση και πολύ περισσότερο η απέλαση των διοικητικά κρατουμένων θα τους στερήσει το δικαίωμα πρόσβασης, φυσικής παρουσίας και υπεράσπισης στην επικείμενη ποινική δίκη, η παραπομπή τους στην οποία πυροδότησε και τον χαρακτηρισμό τους ως δήθεν επικίνδυνων για τη δημόσια τάξη και εθνική ασφάλεια. Το δικαίωμα όμως της πρόσβασης στο δικαστήριο όσον αφορά και τη φυσική παρουσία και υπεράσπιση κατοχυρώνεται τόσο από την εθνική όσο και από την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Απορρέει από το άρθρο 20 του Συντάγματος [Έννομη προστασία] και εξειδικεύεται όσον αφορά την ποινική δίκη στο άρθρο 92 του ΚΠΔ. Το δικαίωμα αυτοπρόσωπης εμφάνισης του κατηγορουμένου στην ποινική διαδικασία απορρέει επίσης από το αντικείμενο και τον σκοπό του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη [άρθρο 6 ΕΣΔΑ] και κατοχυρώνεται ρητά στην παρ. 3γ με την οποία προβλέπεται δυνατότητα του κατηγορουμένου να λάβει μέρος αυτοπροσώπως στη διαδικασία στο ακροατήριο. Εξάλλου, το δικαίωμα αυτοπρόσωπης υπεράσπισης προϋποθέτει την παρουσία αυτού στο ακροατήριο και κατοχυρώνεται από το ενωσιακό δίκαιο ρητά με την Οδηγία 2016/343 σε όλη την Ε.Ε.
Ανακύπτει επομένως το ερώτημα αν οι ελληνικές αρχές θα στερήσουν από τους εννέα εντολείς μας το δικαίωμα στην αυτοπρόσωπη εμφάνιση και στην προετοιμασία της υπεράσπισής τους, και συνακολούθως το δικαίωμα στη δίκαιη δίκη, ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών στις 28 Μαΐου 2024.
Αναμένουμε από τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια να ελέγξουν αμερόληπτα τις ανωτέρω αποφάσεις που θα προσβάλλουμε ενώπιον τους και ακόμη να εξειδικεύσουν αν ισχύει και εφαρμόζεται στην Ελλάδα το δικαίωμα ελεύθερης μετακίνησης και διαμονής Ευρωπαίων πολιτών ή αν αυτό ισχύει μόνο για τουρίστες και επενδυτές και αίρεται σε περίπτωση πολιτικής δράσης, ιδίως αν πρόκειται για την Παλαιστίνη.
Οι συνήγοροι
Δήμητρα Ντόρβα
Άννυ Παπαρρούσου
Ιωάννα Σιούπουλη
Έφη Μουγκαράκη
Γιώτα Μασουρίδου
Βασίλης Παπαδόπουλος