Τους 23 κατηγορούμενους, μη πολιτικά πρόσωπα, που ελέγχονται ποινικά με σειρά κατηγοριών σε βαθμό κακουργήματος για τη μη εκτέλεση της σύμβασης 717 για κρίσιμα έργα στο σιδηροδρομικό δίκτυο, μεταξύ των οποίων και αυτό της σηματοδότησης -τηλεδιοίκησης, καλεί για τις 28 Φεβρουαρίου η Ελληνίδα Ευρωπαία Ανακρίτρια Χριστίνα Σαλάππα.
Οι 23 κατηγορούμενοι, μεταξύ των οποίων οι 18 στελέχη του Δημοσίου, καλούνται από την κ. Σαλάππα που χειρίζεται την υπόθεση μετά την άσκηση της ποινικής δίωξης από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO), να λογοδοτήσουν για σειρά σοβαρότατων κακουργηματικών πράξεων που ανά περίπτωση αφορούν απάτη, απιστία, ψευδή βεβαίωση, με σκοπό τον παράνομο προσπορισμό οφέλους, ηθική αυτουργία στην απάτη και ψευδείς βεβαιώσεις.
Οι κλήσεις της Ευρωπαίας Ανακρίτριας προς τους 23 κατηγορούμενους είναι για την ημέρα που συμπληρώνεται ένα έτος από την μοιραία σύγκρουση των δύο τρένων στα Τέμπη, υπόθεση που ερευνάται από τον Εφέτη – Ανακριτή της Λάρισας Σωτήρη Μπακαΐμη, ο οποίος ωστόσο έχει λάβει αντίγραφο της δικογραφίας που χειρίζεται η κ. Σαλάππα καθώς έχει διευρύνει τον κύκλο των κατηγορουμένων για το δυστύχημα με πρόσωπα που περιλαμβάνονται στην υπόθεση της «717».
Όλοι οι κατηγορούμενοι εκτιμάται ότι θα ζητήσουν προθεσμία για να προετοιμάσουν την υπεράσπιση τους για τη μεγάλη υπόθεση που τους χρεώνεται μετά τη δίωξη της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, η οποία έχει αποστείλει στη Βουλή τη δικογραφία για τα ανεκτέλεστα έργα προκειμένου να κρίνει αν θα αναζητηθούν ενδεχόμενες ευθύνες των πρώην υπουργών Κώστα Καραμανλή και Χρήστου Σπίρτζη.
Η κ. Σαλάππα καλεί ενώπιον της σε απολογία:
- Δεκατέσσερις υπαλλήλους της ΕΡΓΟΣΕ στους οποίους αποδίδεται απάτη σχετική με τις επιχορηγήσεις που πιστώθηκαν για την εκτέλεση του έργου. Από αυτούς δύο βαρύνονται και με την κατηγορία της ψευδούς βεβαιώσεως με σκοπό τον προσπορισμό αθέμιτου οφέλους σε άλλον
- Τέσσερα στελέχη της Ελληνικής Διαχειριστικής Αρχής του Επιχειρησιακού Προγράμματος Υποδομών Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΕΥΔ/ΕΠ-ΥΜΕΠΕΡΑΑ) στους οποίους αποδίδεται απιστία κονδυλίων
- Πέντε ιδιώτες, νομίμους εκπροσώπους και στελέχη της Αναδόχου Κοινοπραξίας οι οποίοι κατηγορούνται ως ηθικοί αυτουργοί στις πράξεις των δημοσίων υπαλλήλων δηλαδή για ηθική αυτουργία σε απάτη σχετική με τις επιχορηγήσεις και ηθική αυτουργία σε ψευδή βεβαίωση με σκοπό τον προσπορισμό αθέμιτου οφέλους σε άλλον.
Σύμφωνα με ανακοίνωση που είχε εκδώσει η EPPO, οι κατηγορίες που απήγγειλαν οι εντεταλμένοι Εισαγγελείς του γραφείου της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στην Αθήνα, αφορούν την σύμβαση μεταξύ της θυγατρικής του ΟΣΕ, ΕΡΓΟΣΕ και της κοινοπραξίας δύο εταιριών ως Αναδόχου του έργου «για την αποκατάσταση του Συστήματος Σηματοδότησης-Τηλεδιοίκησης του σιδηροδρομικού τμήματος Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Προμαχώνας, η οποία υπεγράφη το 2014, με χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2016 – γνωστή ως “Σύμβαση 717”.
Το 2019 υπογράφηκε Συμπληρωματική Σύμβαση σχετικά με το ίδιο έργο, με την οποία τροποποιήθηκε το αρχικό φυσικό αντικείμενο της Σύμβασης 717. Η Συμπληρωματική Σύμβαση προέβλεπε την κατασκευή ενός εντελώς νέου συστήματος Σηματοδότησης με νέες μονάδες τηλεμετρίας, ώστε να είναι δυνατή η επικοινωνία και η μετάδοση δεδομένων μεταξύ των σιδηροδρομικών σταθμών, καθώς και από τους σιδηροδρομικούς σταθμούς στα κέντρα ελέγχου».
Όπως επεσήμανε η EPPO, η οποία είχε ξεκινήσει έρευνα για τις συμβάσεις που αφορούν το σιδηροδρομικό δίκτυο από το Νοέμβριο του 2018, η «717» και η συμπληρωματική σύμβαση «συγχρηματοδοτήθηκαν από το Ταμείο Συνοχής της Ε.Ε., στο πλαίσιο του προγράμματος “Εκσυγχρονισμός Σηματοδότησης-Τηλεδιοίκησης και εγκατάσταση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ελέγχου Αμαξοστοιχιών (ETCS)”, με την συνεισφορά της Ε.Ε. να ανέρχεται σε ποσοστό 85%».
Οι Ευρωπαίοι εισαγγελείς τονίζουν πως εξαρχής «οι δύο εταιρείες που αποτελούσαν την Ανάδοχο Κοινοπραξία, αμέσως μετά την υπογραφή της Σύμβασης 717, χώρισαν αυθαίρετα το έργο μεταξύ τους. Η μία από τις εταιρείες ανέλαβε να εκτελέσει το βόρειο τμήμα του έργου, ενώ η δεύτερη εταιρεία ανέλαβε να εκτελέσει το έργο στο μεγαλύτερο τμήμα της σιδηροδρομικής διαδρομής Αθήνα-Θεσσαλονίκη μέχρι το Πλατύ, συμπεριλαμβανομένου του τμήματος κοντά στα Τέμπη, όπου σημειώθηκε η θανατηφόρα σιδηροδρομική σύγκρουση στις 28 Φεβρουαρίου 2023».
Επίσης συμπληρώνουν πως η δεύτερη εταιρία της κοινοπραξίας, κατά παράβαση των όρων της Σύμβασης «είχε αναθέσει την εκπόνηση των τεχνικών μελετών σχετικά με τα συστήματα Σηματοδότησης του σιδηροδρομικού τμήματος Αθήνα-Πλατύ σε μια τρίτη εταιρεία, η οποία δεν διέθετε την απαιτούμενη ειδική τεχνογνωσία».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της εισαγγελικής έρευνας δόθηκαν στην αρχική σύμβαση συνολικά επτά παράνομες παρατάσεις σύμφωνα με τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΡΓΟΣΕ.
Όσον αφορά τους κατηγορούμενους από την Διαχειριστική Αρχή, σύμφωνα με την δικογραφία «παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία που υπέβαλαν οι υπάλληλοι της ΕΡΓΟΣΕ ήταν προδήλως μη ορθά και ελλιπή, οι δημόσιοι υπάλληλοι της Διαχειριστικής Αρχής ενέκριναν την χορήγηση των αντίστοιχων ενισχύσεων, προκαλώντας ζημία στα οικονομικά συμφέροντα της Ε.Ε. και του Ελληνικού Δημοσίου ύψους άνω των 15,6 εκατομμυρίων ευρώ».
Για σκέλος της υπόθεσης της 717, διενεργείται παράλληλα προκαταρκτική εξέταση από Εισαγγελέα πρωτοδικών καθώς η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία απέστειλε αντίγραφο της δικογραφίας στην Εισαγγελία Πρωτοδικών κρίνοντας ότι υπάρχουν στοιχεία που δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της πλην όμως πρέπει να αξιολογηθούν για ενδεχόμενη παράβαση καθήκοντος από την πλευρά των Επιθεωρητών – Ελεγκτών της Ελληνικής Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ) της Ελλάδας, στους οποίους ανατέθηκε από τις εθνικές Εισαγγελικές Αρχές, η διενέργεια ελέγχου σχετικά με την εκτέλεση της Σύμβασης 717.
Οι εν λόγω Επιθεωρητές ελέγχονται καθώς φαίνεται να προκύπτουν αντιφάσεις μεταξύ ευρημάτων που οδηγούν σε οικονομική ζημιά από την καθυστέρηση υλοποίησης της σύμβασης και των συμπερασμάτων τους στα οποία δεν καταλήγουν σε προσδιορισμό πραγματικής ή υποθετικής ζημιάς.