Παραμένουν οι ποινές της ισόβιας κάθειρξης και των 15 ετών στους δύο βιαστές και δολοφόνους της Ελένης Τοπαλούδη, στη Ρόδο, το 2018, καθώς ο Άρειος Πάγος απέρριψε τις αιτήσεις αναίρεσης που είχαν καταθέσει.
Η αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητούσε να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι λόγοι αναιρέσεως που επικαλούνται οι δύο κατηγορούμενοι, εισηγούμενη και την απόρριψη των αιτήσεων αναίρεσης.
Οι πρωτόδικες ποινές είχαν επιβεβαιωθεί και στην απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου τον Μάιο του 2022, το οποίο επίσης δεν αναγνωρίστηκε κανένα ελαφρυντικό στους κατηγορούμενους και επιβλήθηκε στον καθένα ισόβια κάθειρξη για την ανθρωποκτονία συν δεκαπέντε χρόνια για τον βιασμό της φοιτήτριας.
Οι κατηγορούμενοι προσέφυγαν στο ανώτατο δικαστήριο επικαλούμενοι μια σειρά ισχυρισμών για την αναίρεση της απόφασης του Εφετείου, μεταξύ άλλων ότι υπήρξε παραβίαση της αρχής της δίκαιης δίκης και του τεκμηρίου αθωότητας που συνίσταται στην ανάγνωση, στο ακροατήριο, επικριτικών δημοσιευμάτων σε βάρος των κατηγορουμένων ή ότι εσφαλμένα οι δικαστές αναφέρουν ότι υφίστανται παλμικά αποτυπώματα στο σίδερο (αντικείμενο με το οποίο δέχτηκε δολοφονικά χτυπήματα η φοιτήτρια), ενώ το σχετικό έγγραφο αναφέρει ότι υπάρχει μόνο ένα αποτύπωμα και αυτό στη βάση του σίδερου.
Η αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ελένη Κοντακτσή, εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης, υποστηρίζοντας ότι η απόφαση του Εφετείου φέρει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και ότι «οι δικαστές δεν επηρεάζονται από δημοσιεύματα, αποφασίζουν σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους».