Το βράδυ της 9ης Ιουνίου τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών κατέγραψαν το ισχυρότερο κύμα της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη από την περίοδο του Μεσοπολέμου, έστω κι αν οι ηγέτες του σύγχρονου μεταφασισμού δεν στηρίζονται σε μελανοχίτωνες και τάγματα εφόδου, αλλά σε τηλεοπτικά κανάλια και διαδικτυακές πλατφόρμες. Σε δύο εβδομάδες θα ξέρουμε αν ο ιστορικός παραλληλισμός γίνει ακόμη πιο άμεσος: η Γαλλία κινδυνεύει να γνωρίσει τον πρώτο ακροδεξιό πρωθυπουργό της μετά τον δωσίλογο Πετέν.
Αν η γενέτειρα της σύγχρονης δημοκρατίας περιδινίζεται σε μια πραγματική υπαρξιακή κρίση, το οφείλει στην απόφαση που ανακοίνωσε στους εμβρόντητους συνεργάτες του το βράδυ των ευρωεκλογών ο Εμανουέλ Μακρόν: διάλυση της Εθνοσυνέλευσης και προκήρυξη πρόωρων εκλογών στις 30 Ιουνίου και στις 7 Ιουλίου. Τίποτα δεν τον υποχρέωνε σε μια τέτοια κίνηση, έστω κι αν ο συνδυασμός του είχε υποστεί συντριπτική ήττα στις ευρωκάλπες, συγκεντρώνοντας λιγότερες από τις μισές ψήφους της ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης (RN). Η προεδρική του θητεία λήγει σε τρία χρόνια και το κόμμα του διατηρεί σχετική πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση. Ποιος ο λόγος, λοιπόν, να εκβιάσει τα πράγματα τη στιγμή που η δυναμική του κοινωνικού σώματος ευνοούσε ξεκάθαρα τους αντιπάλους του;
Αρκετοί αναλυτές έγραψαν ότι ο Γάλλος πρόεδρος προσδοκούσε να επαναλάβει το επίτευγμα του Σαρλ ντε Γκωλ, ο οποίος, αφού κόπασαν οι θυελλώδεις απεργίες εργατών και καταλήψεις φοιτητών, τον Μάη του ’68, διέλυσε την Εθνοσυνέλευση και κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές τον επόμενο μήνα. Προφανώς, ο Μακρόν πόνταρε και πάνω στις διαιρέσεις της Αριστεράς, κυρίως ανάμεσα στη ριζοσπαστική Ανυπότακτη Γαλλία (LFI) του Ζαν-Λικ Μελανσόν και το συστημικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, οι οποίες έγιναν πιο έντονες με τον πόλεμο στη Γάζα. Προς μεγάλη έκπληξη του Μακρόν, όμως, συγκροτήθηκε σε χρόνο μηδέν το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (NFP) της Αριστεράς, όρος που παραπέμπει στο αντιφασιστικό Λαϊκό Μέτωπο του Μεσοπολέμου. Πρόκειται για έναν ευρύτατο πολιτικό συνασπισμό, που περιλαμβάνει από τους Σοσιαλιστές, τους Πράσινους και τους Κομμουνιστές μέχρι την LFI και το τροτσκιστικής προέλευσης Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα (ΝΡΑ). Αυτομάτως, ο Μακρόν βρέθηκε αντιμέτωπος με τον κίνδυνο να ακολουθήσει τα χνάρια, όχι του Ντε Γκωλ του 1968, αλλά του Ζακ Σιράκ του 1997, ο οποίος επίσης διέλυσε την Εθνοσυνέλευση, αλλά πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος.
Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη δημοσκόπηση της Ifop, που δημοσιεύτηκε την Παρασκευή στην εφημερίδα Le Figaro, η RN προηγείται στην πρόθεση ψήφου με 34%, ακολουθούμενη από το NFP με 29%, ενώ η μακρονική παράταξη Ensemble (Μαζί) περιορίζεται στην τρίτη θέση με 22%. Με βάση το πλειοψηφικό σύστημα των μονοεδρικών περιφερειών, αυτό σημαίνει ότι ο συνασπισμός του Μακρόν κινδυνεύει να υποστεί δραματική συρρίκνωση.
Ωστόσο, ο Γάλλος ηγέτης δεν δείχνει καμία διάθεση να αποσυρθεί, έστω προσωρινά, στο περιθώριο. Από την πρώτη στιγμή έθεσε στους πολίτες το δίλημμα «ή εγώ ή το χάος των δύο άκρων», εξισώνοντας την Ακροδεξιά με τη συνασπισμένη Αριστερά. Κάτι τέτοιο, όμως, εκτός από αστήρικτο καταντάει και γελοίο, όταν στα ψηφοδέλτια του NFP συμμετέχει και ο Φρανσουά Ολάντ.
Αν κάποιος μπορεί να ενοχοποιηθεί ότι έριξε πολύ νερό στον μύλο της Ακροδεξιάς αυτός είναι ο ίδιος ο Μακρόν, ο οποίος ενσωμάτωσε μεγάλο μέρος του ξενοφοβικού αφηγήματος της Μαρίν Λεπέν με την αυταπάτη ότι θα της αδειάσει την κοινωνική δεξαμενή. Αποκορύφωμα ήταν η από κοινού ψήφιση του (αντι)μεταναστευτικού νομοσχεδίου από τις παρατάξεις Μακρόν και Λεπέν τον περασμένο Δεκέμβριο, που προκάλεσε την οργισμένη παραίτηση του υπουργού Υγείας Ορελιάν Ρουσό. Στην ίδια γραμμή, ο Μακρόν δεν δίστασε την περασμένη εβδομάδα να κατηγορήσει το NFP ότι «ακολουθεί πολιτικές που θα αυξήσουν τη μετανάστευση» και ότι «θα δώσει τη δυνατότητα στον καθένα να αλλάζει φύλο στο Δημαρχείο», προκαλώντας έκρηξη αγανάκτησης από τον Γκασπάρ Γκανζέρ, πρώην διευθυντή επικοινωνίας του Ολάντ, ο οποίος τον κατηγόρησε για ξενοφοβία και ομοφοβία.
Με την ακραία ρευστότητα στο γαλλικό εκλογικό σώμα, κάθε πρόβλεψη για την έκβαση της αναμέτρησης φαίνεται παράτολμη. Δεν αποκλείεται το τελικό αποτέλεσμα να μην ικανοποιήσει κανέναν. Να αναδειχθεί δηλαδή πρώτη η RN, αλλά χωρίς απόλυτη πλειοψηφία, οπότε θα αρνηθεί να κυβερνήσει, όπως τουλάχιστον δηλώνει ο 28χρονος Ζορντάν Μπαρντελά, υποψήφιος της Ακροδεξιάς για την πρωθυπουργία. Σε αυτή την περίπτωση η Γαλλία θα μπει σε αχαρτογράφητα νερά, με τα σενάρια για κυβέρνηση εθνικής ενότητας, ειδικού σκοπού ή τεχνοκρατών να έχουν ήδη αρχίσει να συζητούνται. Με τη Γαλλία σε περιδίνηση και την Αμερική να περιμένει τη δική της στιγμή της αλήθειας, στις αβέβαιες προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα δεύτερο, ακόμη χειρότερο annus horribilis μετά το 2016, του Brexit και της (πρώτης;) νίκης Τραμπ.