Με δελτίο τύπου της η οργάνωση «Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο», γνωστοποίησε ότι στις 28 Φεβρουαρίου 2024, η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια, Έμιλι Ο’Ράιλι, δημοσίευσε τα συμπεράσματά της, για την έρευνα και διάσωση στην ΕΕ, όσο αφορά το ναυάγιο της Πύλου και τις ευθύνες, Λιμενικού και κυβέρνησης.
Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια διερεύνησε τον τρόπο με τον οποίο ο Οργανισμός Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (Frontex) συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων θαλάσσιας επιτήρησης, και ιδιαίτερα σχετικά με το ναυάγιο του πλοίου Adriana.
Αυτή η έκθεση έρχεται μετά το πόρισμα-κόλαφος του Γραφείου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Frontex σχετικά με την ευθύνη των ελληνικών αρχών στο ναυάγιο της Πύλου, που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 31 Ιανουαρίου 2024.
Στην έκθεσή της, η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια υπογραμμίζει ότι υπάρχουν αυξανόμενες ανησυχίες για επίμονες παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων στις επιχειρήσεις ελέγχου των συνόρων της Ελλάδας. Στην περίπτωση του ναυαγίου της Πύλου, η Διαμεσολαβήτρια διαπιστώνει ότι ο Frontex είχε λόγους να αμφισβητήσει κατά πόσον η Ελλάδα όντως συμμορφώθηκε με τις υποχρεώσεις της στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων, καθώς, για παράδειγμα, διέταξε ρητά τον Frontex να μην αναπτύξει αεροσκάφη επιτήρησης σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Επικαλείται επίσης την πρόσφατη καταδίκη της Ελλάδας από το ΕΔΔΑ για το ναυάγιο στο Φαρμακονήσι το 2014 και αναφέρει, κατά συνέπεια, ότι η τραγωδία του Adriana συνέβη ενώ ο Frontex είχε πλήρη επίγνωση μιας σειράς πρόσφατων προβληματισμών για τη συμμόρφωση των ελληνικών αρχών με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα θεμελιώδη δικαιώματα. Αναφέρει επίσης ότι «έχουν διατυπωθεί επανειλημμένες καταγγελίες από επιζώντες, μέσα ενημέρωσης και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών ότι οι ενέργειες της Ελληνικής Ακτοφυλακής συνέβαλαν στη βύθιση του σκάφους».
Η Διαμεσολαβήτρια υπογραμμίζει ότι η διερεύνηση του ναυαγίου και οποιαδήποτε εκτίμηση των γεγονότων διακυβεύεται σοβαρά από την απουσία βίντεο ή άλλης καταγραφής του ναυαγίου και των γεγονότων που ακολούθησαν, κάτι που εγείρει ξανά το ζήτημα της ύπαρξης ενός μοτίβου ανεπαρκούς διαχείρισης και μετέπειτα διερεύνησης ανάλογων περιστατικών από τις ελληνικές αρχές.
Επιπλέον, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «είναι λυπηρό το γεγονός ότι, σε επίπεδο ΕΕ, δεν υπάρχει ενιαίος μηχανισμός λογοδοσίας που θα μπορούσε να διερευνήσει ανεξάρτητα όλα τα σχετικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου των ελληνικών αρχών, του ρόλου του Frontex και του ρόλου οποιουδήποτε άλλου σχετικού θεσμικού οργάνου, όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία έχει την ευθύνη για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις διατάξεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων βάσει των Συνθηκών της ΕΕ.»
Σχετικά με τον ρόλο του Frontex, η έρευνα της Διαμεσολαβήτριας κατέδειξε επίσης ότι ο Frontex δεν διαθέτει εσωτερικές κατευθυντήριες γραμμές για την έκδοση σημάτων έκτακτης ανάγκης (π.χ. κλήσεις Mayday) και ότι δεν διασφαλίζεται η επαρκής συμμετοχή των εποπτών θεμελιωδών δικαιωμάτων του Frontex στη λήψη αποφάσεων για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Η Διαμεσολαβήτρια ζητάει από τον Frontex να αντιμετωπίσει αυτές και άλλες ελλείψεις.
Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια καταλήγει σε δύο γενικά συμπεράσματα που απαιτούν άμεση και επείγουσα προσοχή. Πρώτον, δεδομένου ότι «ο Frontex εξαρτάται από τις ενέργειες των κρατών μελών για την τήρηση των υποχρεώσεών του σχετικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα και το καθήκον του να σώζει ζωές και πως, ο Frontex θα πρέπει να εξετάσει εάν βρίσκεται στο κατώτατο όριο που του επιτρέπει να τερματίσει, να αποσύρει ή να αναστείλει τις δραστηριότητές του με το εν λόγω κράτος μέλος. Θα πρέπει να διευκρινίσει δημοσίως τους λόγους για τους οποίους κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το όριο αυτό έχει ή δεν έχει φτάσει.»
Και δεύτερον, η Διαμεσολαβήτρια καλεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της ΕΕ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συγκροτήσουν μια ανεξάρτητη εξεταστική επιτροπή και να αναλάβουν δράση, συμπεριλαμβανομένης της διατύπωσης συστάσεων για τον τρόπο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του δικαιώματος στη ζωή κατά την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης στη θάλασσα.
«Πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί ένα σκάφος που τόσο προφανώς χρειαζόταν βοήθεια, δεν την έλαβε ποτέ, παρά το γεγονός ότι ένας οργανισμός της ΕΕ, οι αρχές δύο κρατών μελών, η κοινωνία των πολιτών και ιδιωτικά πλοία γνώριζαν την ύπαρξή του. Γιατί οι αναφορές περί υπερπληθυσμού, η προφανής έλλειψη σωσίβιων, τα παιδιά στο πλοίο και οι πιθανοί θάνατοι απέτυχαν να πυροδοτήσουν έγκαιρες προσπάθειες διάσωσης που θα μπορούσαν να είχαν σώσει εκατοντάδες ζωές», δήλωσε η Έμιλι Ο’Ράιλι, Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια.