Παρέμβαση για την υπόθεση του Κολωνού μετά τον σάλο που προκλήθηκε από την εισαγγελική πρόταση, έκανε η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδας, τονίζοντας πως είναι άλλο η καλόπιστη κριτική και άλλο η αξιοποίηση του λαϊκού αισθήματος ως μοχλός πίεσης.
Υπενθυμίζεται πως η εισαγγελική λειτουργός πρότεινε απαλλαγή του βασικού κατηγορουμένου, Ηλία Μίχου, που είχε κατάστημα στον Κολωνό, για τα αδικήματα του βιασμού και της μαστροπείας και την ην ενοχή της μητέρας της 12χρονης για εκπόρνευση της ανήλικης, διακίνηση πορνογραφικού υλικού.
Η ΕΔΕ εκφράζει την ενόχλησή της για την κριτική που ασκείται από ΜΜΕ, δικηγόρους και πολιτικούς και επισημαίνει ότι «δεν επιτρέπεται, στο βωμό της ικανοποίησης της κοινής γνώμης και του λαϊκού αισθήματος, να υπερβαίνει κάθε μέτρο σεβασμού και ευπρέπειας και να χρησιμοποιείται ως μοχλός πίεσης και προσβολής του ελεύθερου και ανεξάρτητου φρονήματός τους».
Η Ένωση Εισαγγελέων διευκρινίζει πως δεν υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης και εκφράζει την ανησυχία της «για τις τακτικές λεκτικής βαρβαρότητας σε βάρος των λειτουργών της Δικαιοσύνης, από όπου κι αν προέρχονται, και επισημαίνει ότι πρακτικές αυτού του είδους δεν αρμόζουν σε ένα κράτος δικαίου».
Αναλυτικά η ανακοίνωση της ΕΕΕ:
«Με αφορμή δημοσιεύματα με απαξιωτικούς τίτλους, αλλά και δηλώσεις δικηγόρων και πολιτικών προσώπων, που στρέφονται σε βάρος εισαγγελικής λειτουργού για το περιεχόμενο της πρότασής της σε δίκη που βρίσκεται σε εξέλιξη, η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, χωρίς να υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης, τονίζει ότι η καλόπιστη κριτική προς τη δικανική κρίση των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών είναι πάντοτε σεβαστή, πλην όμως δεν επιτρέπεται, στο βωμό της ικανοποίησης της κοινής γνώμης και του λαϊκού αισθήματος, να υπερβαίνει κάθε μέτρο σεβασμού και ευπρέπειας και να χρησιμοποιείται ως μοχλός πίεσης και προσβολής του ελεύθερου και ανεξάρτητου φρονήματός τους.
Εκφράζει δε για πολλοστή φορά την ανησυχία της για τις τακτικές λεκτικής βαρβαρότητας σε βάρος των λειτουργών της Δικαιοσύνης, από όπου κι αν προέρχονται, και επισημαίνει ότι πρακτικές αυτού του είδους δεν αρμόζουν σε ένα κράτος δικαίου».