Μια παράλογη και ανυπόστατη ποινική δίωξη, τρία χρόνια αναμονής για μια δίκη-παρωδία και μια αυθαίρετη καταδικαστική απόφαση που οδηγoύν σε πολλαπλά εμπόδια στην εκπαίδευση και την επαγγελματική σταδιοδρομία: η υπόθεση που αφηγείται στην «Εφ.Συν.» ο 26χρονος Κ.Κ., υποψήφιος διδάκτορας στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, αποτελεί τρανταχτό παράδειγμα ποινικοποίησης της αλληλεγγύης και συμπυκνώνει όλα τα επακόλουθα της αστυνομικής αυθαιρεσίας.
Η ιστορία ξεκινά στις 3 Σεπτεμβρίου 2021, όταν η ξύλινη κούκλα-προσφυγοπούλα «Αμάλ», που ταξίδευε σε όλη την Ευρώπη και έγινε στόχος εθνικιστικού και ξενοφοβικού παροξυσμού για τους συμβολισμούς της, περνούσε από το Μεταξουργείο όπου ήταν ο τελευταίος σταθμός της περιοδείας της στην Αθήνα. Τότε αντιφασίστες, που προχώρησαν σε αντιρατσιστική-αντιφασιστική διαδήλωση αλληλεγγύης, δέχτηκαν βίαιη αστυνομική επίθεση όταν οι άντρες της ΕΛ.ΑΣ. διέλυσαν το συγκεντρωμένο πλήθος, έριξαν χημικά και κρότου-λάμψης και προχώρησαν σε προσαγωγές στο σωρό.
Ανάμεσα στους διαδηλωτές ήταν και ο Κ.Κ., o οποίος από την επιχείρηση της αστυνομίας βρέθηκε, όπως σημειώνει στην «Εφ.Συν.», και τραυματισμένος και συλληφθείς. Η περίπτωσή του έμελλε να αποτελέσει ακόμη ένα παράδειγμα της πολυετούς ταλαιπωρίας που υφίστανται στις δικαστικές αίθουσες τα θύματα σκευωριών μέχρι να αποδείξουν την αθωότητά τους. Σε ό,τι τον αφορά ωστόσο τα προβλήματα δεν περιορίζονται μόνο μέσα στο δικαστήριο.
ΧΕΙΡΟΠΕΔΕΣ
Ο ίδιος σήμερα περιγράφει για εκείνη τη μέρα πως όταν οι αστυνομικοί ξεκίνησαν να επιτίθενται στο πλήθος, οι διαδηλωτές προσπάθησαν να φύγουν και οι διμοιρίες εγκλώβισαν περίπου 200 άτομα σε ένα στενό: «Με συνέλαβαν επειδή σταμάτησα να τρέχω και κοντοστάθηκα να σηκώσω ένα άτομο που βρισκόταν πεσμένο στο έδαφος και δεχόταν ανυπεράσπιστο τα χτυπήματα των αστυνομικών. Οι αστυνομικοί των ΜΑΤ όρμησαν κατά πάνω μου, με πέταξαν στο έδαφος και μου έσπασαν τα πλευρά κλοτσώντας με. Βρέθηκα χειροπεδημένος πισθάγκωνα, παρά την εμφανή δυσκολία μου να ανασάνω, τον αβάσταχτο πόνο και την έλλειψη αντίστασης από πλευράς μου, στερημένος ιατρικής περίθαλψης για ώρες». Και συμπληρώνει: «Προσπάθησα να πω ότι πονάω, ότι δεν μπορώ να ανασάνω. Με σήκωσαν από τον γιακά και είπαν «αυτόν πάρτε τον, σύλληψη». Εμεινα εκεί προσπαθώντας να πάρω ανάσες, είχαν μαζευτεί από πάνω μου αστυνομικοί και έλεγαν «είδες πόσο εύκολα σε πέταξα κάτω»».
Του ασκήθηκε ποινική δίωξη για μια σειρά από πλημμελήματα, τις κλασικές κατηγορίες που αποδίδονται σε διαδηλωτές: διατάραξη κοινής ειρήνης, βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη, βία κατά αστυνομικών υπαλλήλων, οπλοκατοχή και απείθεια.
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΦΡΟΝΗΜΑΤΩΝ
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έγινε τον περασμένο Φεβρουάριο έπειτα από τρία χρόνια αναβολών, δεν αθώωσε τον 26χρονο. Η έδρα του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών δεν συνυπολόγισε ούτε τα βίντεο και τα σχετικά δημοσιεύματα στον Τύπο που παρουσίαζαν τα γεγονότα της επίθεσης, ούτε και την ιατροδικαστική έκθεση που μαρτυρούσε τον ξυλοδαρμό του και τον τραυματισμό του στα πλευρά, ούτε τους αυτόπτες μάρτυρες που περιέγραψαν πως ο Κ.Κ. υπέστη απροκάλυπτη βία από τα ΜΑΤ. Μεταξύ των μαρτύρων ήταν και η σύντροφος του 26χρονου, η οποία οδηγήθηκε στο νοσοκομείο με τραύματα από τους αστυνομικούς, αλλά και ένας δημοσιογράφος η μαρτυρία του οποίου αξιολογήθηκε ως ψευδής γιατί «δεν έφερε μαζί του κάμερα» για να καταγράψει τα περιστατικά.
Οπως καταγγέλλει ο Κ.Κ. στην «Εφ.Συν.», το δικαστήριο στάθηκε μόνο στη μαρτυρία του αστυνομικού των ΜΑΤ που συμμετείχε στη σύλληψή του. Ο ίδιος, όπως τονίζει ο ο 26χρονος, ισχυρίστηκε πως «αναγνώρισε στο πλήθος» τον 26χρονο και παράλληλα ότι «ήταν καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του», παρά το γεγονός ότι από το οπτικοακουστικό υλικό φαίνεται πως φορούσε μόνο κοντομάνικο και σορτς, χωρίς να κρύβει το πρόσωπό του. «Δεν έγινε η παραμικρή προσπάθεια για να στοιχειοθετηθούν οι κατηγορίες, είπε μάλιστα ότι δεν θυμάται ποιος ήταν ο αστυνομικός που με συνέλαβε και όταν ρωτήθηκε γιατί δεν ήρθε ο ίδιος αστυνομικός για να καταθέσει σε βάρος μου, προσποιήθηκε ότι δεν θυμόταν το όνομά του αν και ανήκαν στην ίδια διμοιρία» σημειώνει.
Το ενδιαφέρον της έδρας περιορίστηκε, όπως περιγράφει ο ίδιος, αλλού: για παράδειγμα εάν «πηγαίνει συχνά σε πορείες», εάν «συμμετέχει σε κάποια ομάδα ή συλλογικότητα» ή εάν «πηγαίνει συχνά στο κέντρο της Αθήνας με αμάξι με τόσα που γίνονται». «Το αποκορύφωμα είναι πως με ρώτησαν ακόμη «ποια είναι η άποψή μου για τη βία που ασκεί ενίοτε το λαϊκό κίνημα»» σχολιάζει χαρακτηριστικά ο Κ.Κ. Αποτέλεσμα ήταν να καταδικαστεί και να του επιβληθεί ποινή φυλάκισης 19 μηνών. Πλέον ο Κ.Κ. αναμένει το δευτεροβάθμιο δικαστήριο προκειμένου να αποδειχτεί η αθωότητά του.
ΜΙΑ ΑΤΥΠΗ(;) BLACKLIST
Στη δικαστική ομηρία του Κ.Κ. έρχεται να προστεθεί και άλλη μία επιβαρυντική συνθήκη που αγγίζει και την εργασία του. Ως υποψήφιος διδάκτορας στο ΕΜΠ είναι απαραίτητη η συμμετοχή του σε διεθνείς εκπαιδεύσεις, σεμινάρια και προγράμματα, ωστόσο, όπως καταγγέλλει, από τον Σεπτέμβριο του 2021 φαίνεται πως υφίσταται έναν «άτυπο» αποκλεισμό. Μέχρι σήμερα, όπως αναφέρει, έχει αποκλειστεί δύο φορές από διεθνή προγράμματα λόγω της ύπαρξης ποινικής δίωξης σε βάρος του.
Μάλιστα μία φορά αποκλείστηκε από διεθνές μεταπτυχιακό πρόγραμμα, αν και στην αρχή είχε γίνει επίσημα δεκτός από τον δημόσιο φορέα που μεσολάβησε για τη συμμετοχή του. Οπως σημειώνει ο ίδιος, «η «εξαφάνιση» της συμμετοχής μου έγινε με εξαιρετικά σκιώδη τρόπο, μέσω ενός e-mail όπου μου γνωστοποιούνταν πως «οι Αρμόδιες Δημόσιες Ελληνικές Αρχές δεν έχουν συμπεριλάβει το όνομά σας στην εγκεκριμένη ονομαστική κατάσταση συμμετεχόντων», χωρίς κάποια αιτιολόγηση. Μέσω τηλεφωνικής επικοινωνίας με τους συντονιστές του προγράμματος, μου υποδείχτηκε πως η συμμετοχή μου εμποδίστηκε λόγω κάποιου «δικαστικού κωλύματος»».
Το ίδιο συνέβη ακόμη μία φορά, όπως σημειώνει, αυτή τη φορά σε διεθνές σεμινάριο που πραγματοποιήθηκε στη σχολή του. Εκεί η κατάσταση αποδεικνύεται ακόμη πιο τραγελαφική, αφού, αν και δεν μπορούσε να συμμετάσχει ο ίδιος, παρέδωσε στο πλαίσιο του σεμιναρίου εργαστηριακές ασκήσεις στους υπόλοιπους συμμετέχοντες!
Παραμένει άγνωστο ποιος είναι ο λόγος που ο Κ.Κ. στερείται τη δυνατότητα να συμμετάσχει σε διεθνή προγράμματα για μια υπόθεση που εκκρεμεί δικαστικά. Ωστόσο είναι σοβαρότατα τα ερωτήματα που αναδύονται: Ποιες είναι οι «αρμόδιες δημόσιες ελληνικές αρχές» που δεν τον ενέκριναν και με ποιο κριτήριο; Και πώς γνώριζαν εξ αρχής για την ποινική του δίωξη, παρεμβαίνοντας μάλιστα ώστε να εμποδίσουν τη συμμετοχή του;
Σημειώνεται πως ο διπλός αποκλεισμός του συνέβη ενώ δεν είχε ακόμη υπάρξει η πρωτόδικη καταδικαστική απόφαση, επομένως ο Κ.Κ. είχε λευκό ποινικό μητρώο –κάτι που ωστόσο δεν ήταν επίσημη προϋπόθεση για να συμμετάσχει στα προγράμματα.
«ΕΝΑΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ, ΚΑΝΕΝΑΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ»
«Η συγκεκριμένη διαδικασία στηρίχθηκε στην κατάθεση μόνο ενός μάρτυρα αστυνομικού, παραγνωρίζοντας τις αντίθετες καταθέσεις αυτοπτών μαρτύρων πολιτών. Το γεγονός αυτό και μόνο έρχεται σε αντίθεση με την αρχή «ένας μάρτυρας, κανένας μάρτυρας». Η σαφής διερεύνηση της πολιτικής ταυτότητας του κατηγορουμένου από το δικαστήριο αποτέλεσε τον βασικό άξονα της δίκης και τα συμπεράσματα που εξήγαγε η έδρα χρησιμοποιήθηκαν εις βάρος του, χωρίς να αξιολογηθεί η απουσία ευρημάτων, σε συνδυασμό με τα λοιπά στοιχεία της δικογραφίας που συνηγορούσαν υπέρ της απαλλαγής του από τις κατηγορίες. Η δίκη είχε στην πραγματικότητα άλλο αντικείμενο, αυτό της τιμώρησης της πολιτικής ταυτότητας του κατηγορουμένου, την οποία απλά υπέθεσε. Με αυτόν τον τρόπο όμως οδηγούμαστε σε αντιδημοκρατικές προσεγγίσεις που πλήττουν την ορθή απονομή της δικαιοσύνης, παράγοντας ανορθολογικές αποφάσεις που δεν συνάδουν με τις αρχές του δικαίου». Aννυ Παπαρρούσου, συνήγορος Κ.Κ.
Πηγή: efsyn.gr