ΚΟΝΤΡΑ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΩΝ ΤΕΜΠΩΝ

Σε πόλεμο ανακοινώσεων έχουν επιδοθεί οι Δικηγορικοί Σύλλογοι και η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, με αφορμή την έκδοση της εγκυκλίου-οδηγίας της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, που δίνει κατευθυντήριες εντολές όχι μόνο στους ιεραρχικά υφισταμένους της αλλά και στους δικαστές που ερευνούν την υπόθεση των Τεμπών.

Η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεωργία Αδειλίνη είχε παραγγείλει στην προϊσταμένη της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας Σοφία Αποστολάκη, να ερευνηθεί και να απαντηθεί κάθε ερώτημα -καταγγελία συνηγόρων και συγγενών των θυμάτων για την πιθανή ύπαρξη εύφλεκτων και τοξικών ουσιών στον χώρο, την αλλοίωση του χώρου του εγκλήματος, με πιθανή απώλεια αποδεικτικών στοιχείων κ.λπ. για την υπόθεση της τραγικής σιδηροδρομικής σύγκρουσης στα Τέμπη.

Η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγωνχαρακτήρισε «ατελέσφορη, απρόσφορη και ατυχής χρονικά κατ εμάς έκδοση της εγκυκλίου-οδηγίας της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου», ενώ έκανε λόγο για «επικοινωνιακού τύπου πρωτοβουλία που παρεμβαίνει στο έργο της τακτικής δικαιοσύνης».

Ένωση Εισαγγελέων: Ενοχλήθηκε από την παρέμβαση των δικηγόρων

Ενοχλημένη εμφανίστηκε η Ένωση Εισαγγελέων αναφορικά με την κριτική που άσκησε η ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας σχετικά με τις πολιτικές παρεμβάσεις και την έκδοση της εγκυκλίου-οδηγίας της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου.

Ειδικότερα, η Ένωση Εισαγγελέων απαντώντας στην ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων κάνει λόγο για «δημόσιες απαξιωτικές, επικοινωνιακού Τύπου δηλώσεις και ισχυρισμοί όπως οι παραπάνω, που αμφισβητούν νόμιμες και επιβαλλόμενες υπηρεσιακές ενέργειες λειτουργών της δικαιοσύνης, καταδεικνύουν ηθελημένη παράβλεψη ή μη συγγνωστή άγνοια του νόμου, της δομής των εισαγγελιών και του τρόπου λειτουργίας της εισαγγελικής αρχής».

Μάλιστα, η Ένωση προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα κατηγορεί τους δικηγορικούς συλλόγους ότι με τις εν λόγω δηλώσεις «αποβλέπουν προφανώς στην προβολή και τη δημιουργία εντυπώσεων» ενώ επισημαίνουν ότι αυτές «δεν ωφελούν ουσιαστικά και πρέπει να εκλείψουν».

Επιπλέον, σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει την παρέμβαση του ανώτατου δικαστηρίου η Ένωση Εισαγγελέων επικαλούμενη διατάξεις και «τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά» της υπόθεσης, σημειώνει ότι «προκύπτει με σαφήνεια η νομιμότητα και η ορθότητα της συγκεκριμένης παραγγελίας  της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, η οποία σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί και δεν μπορεί να θεωρηθεί από οποιονδήποτε και δη από συλλειτουργούς της δικαιοσύνης ως παρέμβαση σε δικαστικούς λειτουργούς».

Απάντηση των προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων

Η ολομέλεια των προέδρων των δικηγορικών συλλόγων της Ελλάδας, με σημερινή ανακοίνωσή της απαντά στην Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος σχετικά με την παραγγελία της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Γεωργίας Αδειλίνη, στην ανάκριση που διενεργείται για το σιδηροδρομικό ατύχημα των Τεμπών.

Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση, «στο πλαίσιο του ενεργού δικονομικού μας ρόλου στην υπόθεση, αλλά και κατ’ ενάσκηση των θεσμικών αρμοδιοτήτων που προβλέπει ο Κώδικας Δικηγόρων για τους τους δικηγορικούς συλλόγους και την Ολομέλεια (άρθρα 90 & 134 ΚωδΔικ), έχουμε δικαίωμα αλλά και υποχρέωση δημόσιας παρέμβασης προς τον σκοπό της πλήρους διερεύνησης της υπόθεσης, της ταχείας και απρόσκοπτης απονομής της δικαιοσύνης και της κατάγνωσης των τυχόν ποινικών ευθυνών στη συγκεκριμένη υπόθεση».

Σύμφωνα με τους δικηγορικούς συλλόγους, χαρακτήρισαν την απρέμβαση «ατελέσφορη, απρόσφορη και ατυχή», διότι:

  • Ο ορισμός του Ειδικού Εφέτη Ανακριτή στην εν λόγω υπόθεση πραγματοποιήθηκε με απόφαση της Ολομέλειας του Εφετείου σε Συμβούλιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 παρ. 1 ΚΠΔ και όχι με την συνήθη εισαγγελική παραγγελία για την διεξαγωγή ανάκρισης του άρθρου 43 ΚΠΔ.
  • Η διεξαγωγή της κυρίας ανάκρισης ασκείται μόνο από τον αρμόδιο Ανακριτή (ΚΠΔ 246 παρ. 1), εν προκειμένω, τον Ειδικό Εφέτη Ανακριτή, που έχει οριστεί, κατά τα προεκτεθέντα.
  • Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32 ΚΠΔ, η ανώτατη εποπτεία στην ανάκριση ανήκει στον Εισαγγελέα Εφετών. Ο Εισαγγελέας Εφετών έχει μεν την εποπτεία του ανακριτικού έργου αλλά όχι την διεύθυνση αυτού. Αυτό προκύπτει και από την Αιτιολογική Εκθεση του ΚΠΔ σύμφωνα με την οποία, «ο Εισαγγελέας Εφετών δεν μπορεί να δίνει ειδικές εντολές και κατευθύνσεις στον ανακριτή σχετικά με τον χειρισμό συγκεκριμένης υπόθεσης αλλά και η παρέμβασή του στο ανακριτικό έργο περιορίζεται σε γενικές κατευθύνσεις σχετικές με την οργάνωση του ανακριτικού έργου και τη λειτουργία του ανακριτικού γραφείου. Επομένως, οποιαδήποτε παρέμβαση του Εισαγγελέα Εφετών που αφορά σε συγκεριμένη υπόθεση λ.χ. σε σχέση με το περιεχόμενο ή την σειρά διενέργειας των ανακριτικών πράξεων ή με τον τρόπο χειρισμού ορισμένης υπόθεσης, βρίσκεται εκτός του πνεύματος της διάταξης του άρθρου 32 ΣχΚΠΔ και είναι απαγορευμένη».
  • Με τις διατάξεις εξάλλου του άρθρου 32 ΚΠΔ, στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου παρέχεται κατ’εξαίρεση το δικαίωμα να διενεργήσει προκαταρκτική εξέταση (εκ παραλλήλου με τον Εισαγγελέα Εφετών ή Πλημμελειοδικών), καθώς επίσης, σε υποθέσεις εξαιρετικής φύσης (όπως η παρούσα), να διατάξει την κατά απόλυτη προτεραιότητα διεξαγωγή ανάκρισης ή εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο. Η ανώτατη εποπτεία της ανάκρισης παραμένει σε κάθε περίπτωση αποκλειστικά στον Εισαγγελέα Εφετών.
  • Επομένως η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ουδεμία αρμοδιότητα, ή δικαίωμα είχε να απευθύνει εγκύκλιο – οδηγία, στην Εισαγγελέα Εφετών και ουσιαστικά και στον Ειδικό Εφέτη Ανακριτή, με συγκεκριμένες υποδείξεις επί του περιεχομένου της ανάκρισης, η δε κατ’αρθρον 32 ΚΠΔ εποπτεία του Εισαγγελέα Εφετών από το νόμο, πρέπει να περιορίζεται σε γενικές κατευθύνσεις και οδηγίες για την οργάνωση του ανακριτικού έργου και σε καμμία περίπτωση σε ειδικές παραγγελίες, κατευθύνσεις ή εντολές σχετικά με τον χειρισμό συγκεκριμένης υπόθεσης.

«Ως εκ τούτου, η αποστολή εγκυκλίου – οδηγίας προς την Εισαγγελέα Εφετών και ουσιαστικά προς τον Ανακριτή είναι θεσμικά αδόκιμη, αλυσιτελής και εξόχως προβληματική. Κατανοούμε τη σπουδή του νέου Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Εισαγγελέων να τοποθετηθεί δίκην υπερασπίσεως της κ. Εισαγγελέως του ΑΠ, αλλά θα πρέπει να γίνει δεκτό από όλους ότι ουδείς εξαιρείται της κριτικής. Επικοινωνιακού τύπου παρεμβάσεις θα πρέπει να αναζητηθούν σε άλλες κατευθύνσεις και δη σε όψιμες πρωτοβουλίες που υπερβαίνουν, μάλιστα, το πλαίσιο της εποπτείας της ανάκρισης και υποδεικνύουν συγκεκριμένες ενέργειες. Υποδείξεις προς το δικηγορικό σώμα να απεκδυθεί της θεσμικής του συμβολής στην βελτίωση της λειτουργίας και απονομής της δικαιοσύνης δεν είναι αποδεκτές», καταλήγει η ανακοίνωση.