ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΥΤΕΛΙΣΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΔΙΑΒΙΩΣΗ ΠΡΟΣΦΥΓΟΠΟΥΛΑΣ ΣΤΗ ΣΑΜΟ

Καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ) για τις εξευτελιστικές συνθήκες διαβίωσης προσφύγισσας νεαρής μόνης γυναίκας στο καμπ της Σάμου το 2018 και το 2019.

Σύμφωνα με το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ), στις 30 Νοεμβρίου 2023, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ) με απόφασή του καταδίκασε την Ελλάδα για παραβίαση του άρθρου 3 και παραβίαση των άρθρων 3 και 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), για τις συνθήκες διαβίωσης προσφύγισσας, νεαρής μόνης γυναίκας, στον παλιό καταυλισμό της Σάμου και την έλλειψη πρόσβασης σε αποτελεσματικό ένδικο μέσο.

Η προσφεύγουσα ήταν νεαρή προσφύγισσα, κουρδικής καταγωγής και ανήκε στην εθνοθρησκευτική μειονότητα Γιεζίντι (Yezidi). Αφίχθη στην Ελλάδα μόνη προς αναζήτηση διεθνούς προστασίας. Διέμεινε στον καταυλισμό στο Βαθύ της Σάμου (που έκλεισε το 2021) από τις 11 Μαΐου 2018 έως και τις 10 Αυγούστου 2018 και από τις 16 Ιανουαρίου 2019 έως και τις 17 Απριλίου 2019. Με την προσφυγή της κατήγγειλε τις απάνθρωπες και εξευτελιστικές συνθήκες διαβίωσης που υπέστη ως νεαρή μόνη γυναίκα σε ένα υπερπλήρη καταυλισμό.

Όπως επισημαίνεται σε σχετικό ενημερωτικό σημείωμα, η προσφεύγουσα ήταν αναγκασμένη να διαμένει σε σκηνή, σε εξαιρετικά χαμηλές θερμοκρασίες, στερούμενη ασφάλεια και ιδιωτικότητα. Μάλιστα, αρχικά, οι αρχές δεν της παραχώρησαν ούτε τη σκηνή αυτή, την οποία έπρεπε να αγοράσει η ίδια. Η προσφεύγουσα μην αντέχοντας άλλο τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης έφυγε από το νησί, παραβιάζοντας τον γεωγραφικό της περιορισμό. Ωστόσο, συνελήφθη στην ενδοχώρα και επεστράφη και πάλι στη Σάμο, όπου οι συνθήκες παρέμεναν εξευτελιστικές.

Αρχικά έμεινε άστεγη και στη συνέχεια μεταφέρθηκε σε σκηνή περίπου 30 ατόμων, οπού αναγκάστηκε να διαμείνει από κοινού με άγνωστους σε αυτήν άντρες. Κατά τη διαμονή της στον καταυλισμό της Σάμου, δεν είχε πρόσβαση σε εγκαταστάσεις υγιεινής και είχε περιορισμένη πρόσβαση σε φαγητό. Παρά τα αιτήματα του δικηγόρου της στις αρχές για παροχή κατάλληλης και ασφαλούς στέγασης και ψυχολογικής υποστήριξης, η προσφεύγουσα δεν έλαβε ποτέ καμμία παροχή, καμμία βοήθεια.

Το Δικαστήριο, μάλιστα, επισημαίνει ότι οι αρχές τοποθέτησαν την προσφεύγουσα δύο φορές, το 2018 και το 2019, σε χώρο ακατάλληλο και μη ασφαλή για μία νεαρή μόνη γυναίκα.

Επιπροσθέτως, το Δικαστήριο αφού έλαβε υπόψη απέρριψε τα επιχειρήματα της ελληνικής κυβέρνησης, σύμφωνα με τα οποία η προσφεύγουσα δεν είχε χαρακτηριστεί ως ευάλωτο πρόσωπο από τις αρχές και η χώρα αντιμετώπιζε μία πρωτοφανή μεταναστευτική ροή κατά την κρίσιμη περίοδο που δυσχέραινε τις επιλογές των αρχών.

Αντιθέτως, το Δικαστήριο επεσήμανε ότι:

  • Ο δικηγόρος της προσφεύγουσας είχε ενημερώσει τις αρχές για την κρίσιμη ψυχολογική της κατάσταση και είχε αιτηθεί από την πρώτη στιγμή την παροχή κατάλληλης και ασφαλούς στέγασης και ψυχολογικής υποστήριξης
  • οι αρχές μετέφεραν την προσφεύγουσα για δεύτερη φορά (το 2019) στο καμπ της Σάμου παρά το γεγονός ότι κατά την περίοδο αυτή ο καταυλισμός, σύμφωνα με την ίδια την κυβέρνηση, είχε φτάσει τη μέγιστη χωρητικότητά του.
  • οι αρχές δεν έκαναν ό,τι μπορούσε εύλογα να αναμένεται από αυτές, δεδομένης μάλιστα της τότε μεταναστευτικής ροής, για να εξασφαλίσουν αξιοπρεπείς υλικές συνθήκες στην προσφεύγουσα, νεαρή και μόνη γυναίκα.

Με βάση τα ανωτέρω, το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 3 (απαγόρευση απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης) της ΕΣΔΑ. Επιπλέον, το Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση των άρθρων 3 και 13 (δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής) της ΕΣΔΑ, επειδή η προσφεύγουσα δεν είχε πρόσβαση σε αποτελεσματικό ένδικο μέσο, για να καταγγείλει και πιθανά να ανατρέψει τις συνθήκες διαβίωσής της.

Η απόφαση ορίζει ότι η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να καταβάλει στην προσφεύγουσα το ποσό των 10.000 ευρώ ως αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστη από τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων της.

Τέλος, το ΕΣΠ καλεί την κυβέρνηση και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διασφαλίσουν τα θεμελιώδη δικαιώματα των αιτούντων άσυλο, να διασφαλίσουν τη διαφάνεια και τη λογοδοσία αναφορικά με την κατανομή και διαχείριση των πόρων της Ε.Ε. που προορίζονται για την υποδοχή τους, να εγκαταλείψουν την πολιτική των απομακρυσμένων, κέντρων «φυλακών» και καταυλισμών περιορισμού, και να προωθήσουν πολιτικές κοινωνικής ένταξης για τους νεοαφιχθέντες αιτούντες άσυλο και τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες.

Δείτε ανάλυση της απόφασης και ενδεικτικές πληροφορίες για τις συνθήκες στη Σάμο έκτοτε (από το 2019 μέχρι και σήμερα) στο Ενημερωτικό Σημείωμα με τίτλο «Have you – ever – been to Samos?» εδώ.