Η ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ “ΟΡΕΣΤΕΙΑ” ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΤΕΡΖΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ ΚΑΤΕΛΗΞΕ ΣΕ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΝ ΛΑΟ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ

Ένα σπουδαίο αντιπολεμικό μήνυμα αλληλεγγύης στον λαό της Παλαιστίνης έστειλαν χιλιάδες θεατές, από το κατάμεστο θέατρο της Επιδαύρου, το βράδυ του Σαββάτου. 

Μετά την ολοκλήρωση της παράστασης «Ορέστεια» του Θεόδωρου Τερζόπουλου, το κοινό και οι ηθοποιοί φώναζαν ρυθμικά για αρκετή ώρα «Λευτεριά στην Παλαιστίνη», ενώ υψώθηκε και μία παλαιστινιακή σημαία από τους θεατές. 

Η συνάδελφος Κατερίνα Αγγελιδάκη παρακαλούθησε τη παράσταση και γράφει για αυτήν στο Docville

Χωρίς μικρόφωνα, ψείρες, οθόνες. Χωρίς σκηνικά. Μόνο φώτα και μια ορχήστρα χωρισμένη με γραμμές, σαν τα σημάδια της μοίρας σε ανθρώπινο χέρι. Γιατί η Ορέστεια του Θεόδωρου Τερζόπουλου δεν είναι γεωμετρημένη, είναι άναρχη μέσα στην τελειότητα της φόρμας της, φτάνοντας στην κορύφωση της Μεθόδου του που εμπεριέχει και την διάλυσή της. Θέση, άρνηση, άρνηση της άρνησης. Ένα άγριο ποίημα είναι η τερζοπουλική απόδοση της αισχύλειας τριλογίας, εμπλουτισμένο με όλα όσα συνθέτουν το σύμπαν του σκηνοθέτη από τα σαράντα χρόνια μελέτης, διδασκαλίας και εμπειρίας σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης.

Είναι μια χοροκεντρική, εικονοκλαστική, μοντερνιστική Ορέστεια, συντονισμένη σε υψηλές αρμονικές που φτάνουν μέχρι και σε ήχους πουλιών από τα βάθη του Αμαζονίου. Πολυπολιτισμικότητα στην πράξη, χωρίς εξαγγελίες και λόγια του συρμού. Μονάχα το αρχαίο κείμενο και η θεατρική πράξη, που περιλαμβάνει στοιχεία από διαφορετικές κουλτούρες και πολιτισμούς σε μια σύνδεση οργανική, βαθιά, ανθρώπινη. Σαν να ήταν από πάντα εκεί, δίπλα-δίπλα, το ηπειρώτικο και το αραβικό μοιρολόι, η Τροία και η Γάζα, η ιαπωνική τέχνη και ο πυρρίχιος, η Γκουέρνικα και οι Ερινύες και έπρεπε να έρθει αυτή η Ορέστεια για να μας τα συνδέσει. Για να μας κάνει να νιώσουμε ότι η ανθρώπινη περιπέτεια δεν ξεχωρίζει γλώσσες, θρησκείες και πολιτισμούς, ότι είμαστε όλοι ένα σε όλες τις εποχές και στους αιώνες.

Κάποτε θα λέμε “ήμουν κι εγώ εκεί” όταν ο Τερζόπουλος κατέθεσε τη δική του Ορέστεια στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου. Μαζί με χιλιάδες νεαρούς θεατές, που μαζί με εμάς τους μεγαλύτερους, γεμίσαμε τον θέατρο το Σάββατο 13 Ιουλίου παρακολουθώντας ακίνητοι επί τρεισήμισι ώρες τις τραγωδίες της μοναδικής σωζόμενης τριλογίας (Αγαμέμνων- Χοηφόροι- Ευμενίδες) να χωνεύονται η μία μέσα στην άλλη, σαν φράση που φτάνει το λιμάνι της, σαν ανάποδη προσευχή, σαν ένα σύμπαν που σε καλωσορίζει ακόμα κι αν δεν είσαι “μυημένος”. Όλοι καταλάβαιναν τι γίνεται. Τι διακυβεύεται στην Ορέστεια και φτάνει ως τις μέρες μας. Τι κερδήθηκε και τί χάθηκε σε μια διαδρομή χιλιάδων ετών. Τι συνέβη τότε και οδηγεί στο τι συμβαίνει τώρα. Μέσα μας και δίπλα μας.

Αν κάτι θα μείνει ιστορική παρακαταθήκη για τους δημιουργούς που έπονται είναι ο Χορός που μας επανασύστησε ο Τερζόπουλος ως πρωταγωνιστή της τραγωδίας, συνδέοντάς τον με τις ρίζες του αρχαίου δράματος. Πέρα από τους ηθοποιούς και μόνιμους συνεργάτες του Τερζόπουλου (Σάββας Στρούμπος/ Αγαμέμνων, Σοφία Χιλλ/Κλυταιμνήστρα, Αγλαία Παππά/ Αθηνά, Τάσος Δήμας/ Φύλακας, Δαυίδ Μαλτέζε/ Αίγισθος) που έδωσαν ερμηνείες που λίγο-πολύ περιμέναμε, ήταν ο Χορός των 20 νέων ηθοποιών που έκλεψε την παράσταση. Γιατί δούλεψαν σκληρά, πολύ σκληρά, με καθοδήγηση και κατανόηση, με πειθαρχία και αγάπη – αλλιώς τέτοια παράσταση δεν βγαίνει. Και γιατί τέτοιο χορό δεν έχουμε ξαναδεί. Με ένα σώμα, μια ανάσα, ένα βλέμμα, μια παλάμη, μια φωνή και μια ψυχή τα παιδιά του χορού μας πήραν από το χέρι για να μας βγάλουν στο ξέφωτο. Ο βαθμός συντονισμού τους είναι ένα θεατρικό επίτευγμα, από εκείνα που γράφουν ιστορία κυρίως στις καρδιές των θεατών. Άναυδοι παρακολουθούσαμε τις εναλλαγές, τις συστροφές, τα περάσματα, το ρίγος, τον τρόμο, τη μανία, τα μοιρολόγια, τις εξάρσεις και τα σβησίματα, τα πετάγματα και τη νεκρική ακινησία όταν με κορμιά τους έφτιαξαν το κόκκινο χαλί πάνω στο οποίο πάτησε ο Αγαμέμνονας για να μπει στο παλάτι και στον αφανισμό του. Με μάτια ορθάνοιχτα παρακολουθούσαμε το Χορό να σηκώνει όλο το βάρος της τριλογίας διαλύοντας τη γεωμετρία της ορχήστρας άλλοτε ως άναρχο σμήνος πουλιών, άλλοτε ως Ερινύες που κυνηγούν τον Ορέστη και μεταμορφώνονται σε ένα εικαστικό σύμπλεγμα με αναφορές σε όλους τους αγαπημένους αιρετικούς του Τερζόπουλου, στον Πικάσο με τη Γκουέρνικα, στον Καραβάτζο, στο Ιερώνυμο Μπος.

Όσο η παράσταση πλησίαζε προς το συγκλονιστικό φινάλε της, γύρισα πίσω μου να δω τους υπόλοιπους θεατές. Να πάρω θερμοκρασία βγαίνοντας από το εσωτερικό σιωπητήριο που απαιτεί η προσήλωση σε ένα τέτοιο θέαμα. Κανείς δεν κουνιόταν. Οι βεντάλιες είχαν πάψει να κάνουν αέρα, οι θεατές είχαν γίνει ένα σώμα ακίνητο, ασάλευτο, ενιαίο, ψηφίδες ενός ανθρώπινου μωσαϊκού συντονισμένες μες στην πολύχρωμη διαφορετικότητά τους. Κι όταν οι αραβικές συλλαβές έσκισαν τον πυκνό αέρα και οι πολεμικοί κρότοι μπερδεύτηκαν με τις ηλεκτρικές φωνές που απαριθμούσαν νεκρούς στα δελτία ειδήσεων ή μετοχές στο χρηματιστήριο, ένιωθες πως ακόμα και η ανάσα των θεατών σταμάτησε.

Όταν η σταματημένη ανάσα έγινε ένα μεγάλο “αχ” και ήρθε το χειροκρότημα, διακόπτοντας δύο φορές την καταληκτήρια σκηνή, είδα κάτι που δεν είχα δει ποτέ στην Επίδαυρο και νομίζω πολύ δύσκολα θα ξαναδώ. Ολόκληρο το αρχαίο θέατρο (κατάμεστο στ’ αλήθεια, όχι όπως λένε οι δημοσιοσχεσίτες) είχε σηκωθεί όρθιο. Το χειροκρότημα ακατάπαυστο, χωρίς να μειώνεται σε ένταση, ώρα πολλή. Άλλοι φώναζαν “μπράβο”, άλλοι βουβοί, άλλοι κλαμένοι, όλοι με τα μπράτσα στον αέρα να στέλνουν το δικό τους μήνυμα προς την ορχήστρα.

Στην υπόκλιση ο Τερζόπουλος έδειξε ακόμα μια φορά από τι υλικό είναι φτιαγμένος. Με σκυμμένο το κεφάλι δέχθηκε το χειροκρότημα και κατευθύνθηκε στα μετόπισθεν, για να αφήσει τους ηθοποιούς να πρωταγωνιστήσουν ακόμα μια φορά. Ο θρίαμβος, έκρινε, ήταν δικός τους. Μια φιγούρα μόνη, πίσω, ηγετική και ταπεινή μαζί, έκανε το κοινό να χειροκροτήσει ακόμα πιο δυνατά σε ένδειξη αναγνώρισης όχι μόνο του καλλιτεχνικού αναστήματος αλλά και της ανθρώπινης ποιότητας.

Όταν ο σκηνοθέτης και οι ηθοποιοί είχαν αποχωρήσει και οι ταξιθέτες του Φεστιβάλ Αθηνών είχαν πάρει τις θέσεις τους μπροστά από την ορχήστρα για να επιβλέψουν τη μαζική έξοδο, συνέβη κάτι εντελώς αυθόρμητα: Από κάπου ακούστηκε το σύνθημα “Λευτεριά στην Παλαιστίνη”. Αμέσως μετά ξανακούστηκε από κάπου αλλού. Μέσα σε δευτερόλεπτα το σύνθημα έγινε πυρκαγιά και ερχόταν από παντού. Και τότε, όλοι οι ηθοποιού, αν και εξουθενωμένοι από τον κόπο και τον καύσωνα, ξαναβγήκαν στη σκηνή τρέχοντας. Δυο-τρεις στην αρχή, όλοι μαζί μετά, χειροκροτούσαν επαναλαμβάνοντας το σύνθημα. “Λευτεριά στην Παλαιστίνη” ήταν το επίμετρο της Ορέστειας του Θεόδωρου Τερζόπουλου στην Επίδαυρο.