Η “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ” ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΕ ΠΑΡΑΞΕΝΟ ΕΠΙΘΕΤΟ

Το “μακρινό” 2017 και συγκεκριμένα στις 31/05, τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από τη τότε συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ_ΑΝΕΛ, το νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο: «Μέτρα Θεραπείας ατόμων που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής» και λοιπές διατάξεις.

Με το προς διαβούλευση τότε κείμενο, παράλληλα μπήκαν και δύο “άσχετες” τροποποιήσεις στο άρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα, με δύο νέες παραγράφους στο 187 «περί εγκληματικής οργάνωσης» και τρεις νέες παραγράφους στο 187Α «περί τρομοκρατικής οργάνωσης», όπως επίσημα ονομάζεται ο τρομονόμος.

Οι νέες παράγραφοι προβλέπουν ποινές για:

«2α. Όποιος δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο προκαλεί ή διεγείρει σε συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης ή ένταξη σε τέτοια, και προκαλεί κίνδυνο τέλεσης των εγκλημάτων αυτών, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών.

2β. Όποιος μέσω παροχής οδηγιών, πληροφοριών ή κατευθύνσεων, προκαλεί σε άλλον την απόφαση για συμμετοχή σε συγκεκριμένη εγκληματική οργάνωση, τιμωρείται, αν δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή σύμφωνα με άλλη διάταξη, με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών.»

«3α. Όποιος δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο προκαλεί ή διεγείρει σε διάπραξη των εγκλημάτων των παραγράφων 1 και 4 του παρόντος, και προκαλεί κίνδυνο τέλεσής τους, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα σύμφωνα με άλλη διάταξη.

3β. Όποιος μέσω παροχής οδηγιών, πληροφοριών ή κατευθύνσεων, προκαλεί σε άλλον την απόφαση για συμμετοχή σε συγκεκριμένη τρομοκρατική οργάνωση ή για τέλεση ορισμένης τρομοκρατικής πράξης, τιμωρείται, αν δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή σύμφωνα με άλλη διάταξη, με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών αν η προς εκτέλεση πράξη συνιστά κακούργημα και με φυλάκιση ως δύο έτη αν η προς εκτέλεση πράξη συνιστά πλημμέλημα.

ΟΤΑΝ ΤΑ Μ.Μ.Ε. ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ “ΔΙΑΤΑΖΟΥΝ”

Η τροποποίηση τότε, κατά κάποιο τρόπο απαιτήθηκε όχι τόσο από το πολιτικό σύστημα, αλλά κυρίως από τον μιντιακό σύμπλεγμα των προθύμων και μόνιμων προπαγαδιστών “δημοσιογράφων” όπου κάποιοι, απαιτούσαν από τη κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να κλείσει τα κοινωνικά δίκτυα όπως ο Ερντογάν εκείνη την εποχή στη Τουρκία (Γ. Πιτταράς στο Σκάι: “να πέσει μαύρο σε facebook και twitter” ).

Ο λόγος ήταν επειδή ήθελαν τόσο να αναγκάσουν τον ΣΥΡΙΖΑ να υιοθετήσει δεξιές-συντηρητικές πολιτικές (πράγμα που το έκανε και μόνος του τελικά χωρίς να έχει ενδοιασμούς), όσο και για να πείσουν τη κοινωνία ότι κινδυνεύει από κάποιους…αόρατους «τρομοκράτες» οι οποίοι από τον σχολιασμό στα κοινωνικά δίκτυα θα περάσουν στην επίθεση προς τους πολιτικούς-δηλαδή τους εκπρόσωπους της ίδιας της κοινωνίας σύμφωνα πάντα με το αφήγημά τους.

Ένας ακόμη λόγος ήταν για να δείξουν επίσης στη κοινωνία, ότι κάνοντας υποδείξεις και ζητώντας τη ποινική καταστολή από τη τότε κυβέρνηση, αυτό σήμαινε ότι η ίδια ήταν «απρόθυμη» να νομοθετήσει κάτι τέτοιο, «κλείνοντας το μάτι» προς τους συντηρητικούς ψηφοφόρους και λέγοντας έμμεσα ότι μια άλλη κυβέρνηση θα θεωρούσε επιβεβλημένη την ποινικοποίηση του Λόγου, για λόγους…«Τάξης και Ασφάλειας», εννοώντας φυσικά ότι αυτή η κυβέρνηση θα ήταν μόνο η κυβέρνηση της Ν.Δ. που κυβερνά σήμερα.

Η πίεση που ασκούσαν τα δεξιά ΜΜΕ για λογοκρισία (ναι οι Δημοσιογράφοι οι οποίοι δίνουν όρκο να διαφυλάττουν ως υπέρτατο αγαθό την Ελευθερία του Λόγου και την κριτική προς την εξουσία) δεν ήταν φυσικά αποτέλεσμα μόνο της τότε μιντιακής αντιπολίτευσης. Ήταν μια ξεκάθαρη δηλωμένη θέση δίπλα στους πολιτικούς των δεξιών κομμάτων, το οικονομικό καπιταλιστικό σύστημα και την εξουσία τους.

Εμπνευσμένοι από τις χούντες, έφτασαν στο σημείο να ζητούν άμεσες μαζικές συλλήψεις-ανεξάρτητα από τον αριθμό:«να συλλάβουν όσους τα λένε, ακόμη και αν είναι δέκα χιλιάδες» (Κ. Μπογδάνος 25/05/2017 στην εκπομπή του στον ΣΚΑΪ), οποιουδήποτε σχολίαζε θετικά την επίθεση που είχε δεχτεί με παγιδευμένο φάκελο-βόμβα, ο πρώην τραπεζίτης και πρώην πρωθυπουργός της συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ , Λουκάς Παπαδήμος, ενέργεια η οποία ήταν και η αφορμή ώστε να ζητηθεί η τροποποίηση του αντιτρομοκρατικού νόμου 187Α και να μπουν οι διατάξεις για τη ποινικοποίηση του δημόσιου λόγου.

Μια βομβιστική ενέργεια που εκείνη την εποχή, μετά από έξι χρόνια πτώχευσης και της κρίσης των μνημονίων και με τους πολιτικούς των προηγούμενων κυβερνήσεων απαξιωμένους και μισητούς από το σύνολο σχεδόν της κοινωνίας που είχε βυθιστεί στην άβυσσο της φτώχειας από τα ίδια τα κόμματα που είχαν κυβερνήσει τα προηγούμενα χρόνια, είχε προκαλέσει γενικευμένη κοινωνική “ευφορία”-εκφραζόμενη κυρίως μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα.

Δεν χρειάζεται να απορείτε για τη δήθεν απώλεια κάθε δημοκρατικής “ευαισθησίας” από τη πλευρά τους. Δεν πρόκειται απλά για τη δυσφορία της κυριαρχίας όταν αντιλαμβάνεται ότι ο λαός τη μισεί. Και αυτό γιατί εγγενές στοιχείο του καπιταλιστικού λόγου μέσα από το πρότυπο της “δημοσιογραφίας των νουθεσιών”, είναι από τη μία να αποπλανεί μέσω μιας έντονης επίκλησης στο συναίσθημα και από την άλλη να δείχνει τη πυγμή της ολοκληρωτικής της ιδεολογίας, διαμορφώνοντας μία μόνιμη κατάσταση έκτακτης ανάγκης η οποία δεν θα είναι η εξαίρεση αλλά ο κανόνας.

Αφορμή για το «ταξίδι στο παρελθόν» με τη συγγραφή του κειμένου που διαβάζετε, υπήρξε η πολύ πρόσφατη περίπτωση του αναρχικού και μέλους της συλλογικότητας του Ρουβίκωνα Γιώργου Καλαϊτζίδη (ο οποίος έχει δικαστεί δύο φορές για αναρτήσεις στου στα social media και συγκεκριμένα στο facebook).

Υπενθυμίζεται ότι πριν μερικές ημέρες μέσα από δημοσίευσή του στο Facebook, ο Γ. Καλαϊτζίδης προανήγγειλε «παρεμβάσεις» εάν δεν σταματούσαν οι παρενοχλήσεις των ΜΑΤ που σταθμεύουν μόνιμα στη πλατεία Εξαρχείων και μπροστά από το κοινωνικό κέντρο ΒΟΞ, προς τους ανθρώπους που πηγαίνουν σε αυτό και γι αυτό τον λόγο τον συνέλλαβαν, τον κατηγόρησαν με τις συγκεκριμένες διατάξεις του Αντιτρομοκρατικού νόμου 187Α, ενώ τον πήγαν κουκουλοφόροι της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας στα δικαστήρια φορώντας του αλεξίσφαιρο γιλέκο, όπως ακριβώς κάνουν με τους πραγματικούς τρομοκράτες, ακριβώς για να καταγραφεί μιντιακά-άρα και στη συνείδηση του κόσμου, ότι το να εκφράζεις γραπτώς τη διαφωνία σου αναγγέλλοντας πολιτικές παρεμβάσεις αν συνεχιστεί η κατάσταση, αποτελεί τρομοκρατική πράξη και ως τέτοια θα αντιμετωπίζεται.

Τι είναι όμως ακριβώς αυτές οι διώξεις και οι νόμοι για δημόσια σχόλια στα social media;

Μα φυσικά μια κατευθείαν ποινικοποίηση του Λόγου. Ας δοθεί λιγάκι προσοχή στο ότι δεν άσκησαν δίωξη για κάποια πράξη αλλά για μια γραπτή δημόσια δήλωση σε μια εποχή η οποία (θεωρητικά) δεν κυβερνά τη χώρα κάποιος Συνταγματάρχης, ούτε τα Τανκς κυκλοφορούν αντί λεωφορείων στους δρόμους, αλλά υπάρχει δημοκρατικό κοινοβουλευτικό πολίτευμα.

Και τι μας λέει πρώτα από όλα η Δημοκρατία; Ότι η Ελευθερία του Λόγου είναι ένα από τα βασικά της και αναφαίρετα δικαιώματά της προς τους πολίτες, γιατί λογοκρισία υπάρχει μόνο στις χούντες, τα απολυταρχικά καθεστώτα και τον φασισμό, συγκεκριμένα είναι το πιο «αγαπημένο τους παιδί».

ΠΟΙΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ

Ο αντίλογος μπορεί να ισχυριστεί στις περιπτώσεις που διαβάσατε πιο πάνω, ότι οι συγκεκριμένες δηλώσεις (όπως και οι κατάρες όταν γράφονται εναντίον πολιτικών), παρακινούν σε εγκληματικές πράξεις και αυτό αναφέρει και ο νόμος. Δεν είναι έτσι όμως, γιατί εκεί ακριβώς ξεκινά να απλώνεται η λογοκρισία επάνω στη δημόσια σφαίρα.

Η απειλή ενός νόμου, μιας δίωξης για κάτι που είπαμε ή γράψαμε δημόσια και η ποινικοποίηση του Λόγου στοχεύει ακριβώς στην αυτολογοκρισία. Το τρόπο δηλαδή να αρχίσουμε “να μετράμε τα λόγια μας”, να μη μιλάμε για ότι τους ενοχλεί, να το βουλώνουμε και να μη κάνουμε καμία κριτική στα έργα τους, (πόσο μάλλον το να ευχόμαστε να πάνε στον αγύριστο, που μπορεί να θεωρηθεί ως και απειλή κατά ζωής).

Η τροποποίηση του τρομονόμου που έχει γίνει, όσο αφορά τον Λόγο (και που είχε καταθέσει τότε η κυβέρνηση της “αριστεράς” για να μην ξεχνιόμαστε), είναι επίσης, μια ευρύτερη προσπάθεια καταστολής του μη αρεστού δημόσιου λόγου, μέσα στο πλαίσιο της οικοδόμησης μιας τρομοϋστερίας από φίλια προς τη κυβέρνηση ΜΜΕ και πολιτικούς, κάτω από τη δικαστική τήβενο.

Φιμώνοντας κάθε φωνή αντίστασης που εναντιώνεται στον χυδαίο κοινωνικό και κρατικό φασισμό τους, περνούν χωρίς κανένα ενδοιασμό στη ποινικοποίηση κάθε κριτικής φωνής και διαφωνίας προς τα έργα τους.

Η διαφωνία ορίζεται ως ποινικά κολάσιμη και η αντίσταση ακόμη και μέσα από τον Λόγο ως τρομοκρατική προς τη κυριαρχία τους πράξη.

Ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν, να μην τους έχετε για αδαείς. Οι ιδέες που είναι ταγμένες στο όραμα της ελευθερίας και η κριτική ήταν και συνεχίζει να είναι ο μεγαλύτερος φόβος κάθε μικρού ή μεγάλου τυράννου ενώ η λογοκρισία ένα από τα μεγαλύτερα όπλα του.

Γιατί γνωρίζουν πάρα πολύ καλά, ό,τι ανέκαθεν οι λέξεις ήταν και παραμένουν δυνατότερες από τις σφαίρες.

Γιατί οι πληγές που ανοίγουν μένουν για πάντα.

.