Ο νόμος που εγκρίθηκε την Τρίτη ποινικοποιεί τα ακόλουθα αδικήματα σε ολόκληρη την ΕΕ: τον ακρωτηριασμό γυναικείων γεννητικών οργάνων, τον καταναγκαστικό γάμο, την μη συναινετική κοινοποίηση προσωπικών εικόνων, την καταδίωξη στον κυβερνοχώρο και την παρενόχληση στον κυβερνοχώρο, ωστόσο απορρίφθηκε το αίτημα να συμπεριληφθεί το μη συναινετικό σεξ ως βιασμός.
Η διάπραξη αυτών των εγκλημάτων θα τιμωρείται με ποινές φυλάκισης από ένα έως πέντε χρόνια. Την οδηγία συνοδεύει εκτενής κατάλογος επιβαρυντικών περιστάσεων, όπως η διάπραξη του αδικήματος σε βάρος παιδιού, πρώην ή νυν συζύγου ή συντρόφου ή δημόσιου εκπροσώπου, δημοσιογράφου ή υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που επισύρουν αυστηρότερες ποινές.
Περιέχονται ακόμα λεπτομερείς κανόνες για τα μέτρα βοήθειας και προστασίας που πρέπει να παρέχουν τα κράτη μέλη στα θύματα.
Αν και η συμφωνία δεν είναι τόσο φιλόδοξη όσο θα ήθελαν οι S&D (Socialists and Democrats, Σοσιαλιστές και Δημοκράτες), όπως οι ίδιοι αναφέρουν, αποφάσισαν να την υποστηρίξουν, καθώς παρέχει συγκεκριμένη πρόοδο για τα θύματα της έμφυλης βίας. Για πρώτη φορά, η ΕΕ θα διαθέτει ένα νομικό μέσο για την καταπολέμηση της βίας στον κυβερνοχώρο με βάση το φύλο, όπως η διαδικτυακή παρακολούθηση και το cyber-flashing.
Η νέα οδηγία θα καταστήσει τον ακρωτηριασμό των γυναικείων γεννητικών οργάνων ποινικό αδίκημα, το οποίο θα τιμωρείται σε ολόκληρη την ΕΕ. Ο εξαναγκαστικός γάμος θα ποινικοποιηθεί επίσης σε επίπεδο ΕΕ.
Επιπλέον, τα παιδιά που έχουν γίνει μάρτυρες βίας στο σπίτι θα θεωρούνται, στις περισσότερες περιπτώσεις, θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Η οδηγία έχει μια ολοκληρωμένη προσέγγιση, εστιάζοντας στην πρόληψη, την προστασία, τη δίωξη και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη.
Ωστόσο, οι Σοσιαλιστές και Δημοκράτες λυπούνται που το Συμβούλιο απέρριψε το αίτημά τους να συμπεριληφθεί το έγκλημα του μη συναινετικού σεξ ως βιασμός. Ορισμένα κράτη μέλη υποστήριξαν ότι δεν υπήρχε νομική βάση γι’ αυτό, ενώ στην πραγματικότητα αυτό που έλειπε περισσότερο ήταν η πολιτική βούληση από ηγέτες όπως ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν και ο υπουργός Δικαιοσύνης Buschmann στη Γερμανία.