Ο Εμίλ Ζολά ήταν Γάλλος συγγραφέας και ο πιο σημαντικός εκπρόσωπος της λογοτεχνικής σχολής του νατουραλισμού. Έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην πολιτική φιλελευθεροποίηση της Γαλλίας και στην απαλλαγή του στρατιωτικού αξιωματικού Άλφρεντ Ντρέιφους, ο οποίος κατηγορήθηκε και καταδικάστηκε άδικα, γεγονός που συνοψίζεται στη διάσημη ανοιχτή επιστολή του με τίτλο “Κατηγορώ”. Ο Εμίλ Ζολά ήταν υποψήφιος για Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1901 και το 1902. Το έργο του ξεχώρισε όχι μόνο αναδεικνύοντας το ρεύμα του νατουραλισμού, αλλά πρωτίστως επειδή άσκησε τεράστια κοινωνική επιρροή με τις παρεμβάσεις του.
Όταν έγινε 18 ετών πήρε μία υποτροφία για το Παρίσι. Η μητέρα του ήθελε να τον δει νομικό, ωστόσο εκείνος απέτυχε να περάσει τις απαιτούμενες εξετάσεις δύο χρόνια αργότερα και έφυγε από τη σχολή. Πέρασε δύσκολα χρόνια γεμάτα στερήσεις και κακουχίες. Ζούσε σε μία κρύα σκοτεινή σοφίτα και συχνά το μοναδικό φαγητό του ήταν επί εβδομάδες ξερό ψωμί και λάδι. Έπειτα άρχισε να ασχολείται με το γράψιμο, εργαζόμενος στο κρεβάτι για να ζεσταίνεται και κρατώντας ένα κερί στο αριστερό του χέρι για να βλέπει.
Ένας φίλος του πατέρα του φρόντισε να μπει κλητήρας σ’ ένα εκδοτικό οίκο. Αν και ο μισθός του ήταν μικρός, μπόρεσε να νοικιάσει ένα μικρό διαμέρισμα και να εγκατασταθεί εκεί με τη μητέρα του και αργότερα με τη γυναίκα του. Κατόπιν άρχισε να αρθρογραφεί σε εφημερίδες σχετικά με τη λογοτεχνία, την τέχνη και την πολιτική. Χαρακτηριστικές υπήρξαν οι θέσεις του κατά του Ναπολέοντα και του ιερατείου. Έτσι, μέσα σ’ ένα χρόνο, τα έσοδά του αυξήθηκαν χάρη στα άρθρα που έστελνε σε εφημερίδες και στο πρώτο του βιβλίο.
Το πρώτο του έργο δημοσιεύτηκε πριν κλείσει τα 24 του χρόνια. Τρία χρόνια αργότερα παρουσίασε ένα δεύτερο μυθιστόρημα. Η επιτυχία του αυτή τον ενεθάρρυνε και αποφάσισε στα 27 του χρόνια να εγκαταλείψει τη δουλειά του κλητήρα και να κερδίσει το ψωμί του μόνο από την πέννα του. Την επόμενη χρονιά, ο άσημος ακόμα νεαρός συγγραφέας πρότεινε σε έναν πλούσιο εκδότη να του δώσει μία προκαταβολή για να μπορέσει να βγάλει μία σειρά 20 μυθιστορημάτων που αφορούσαν τη γαλλική ζωή. Έτσι, μετά το πρώτο σημαντικό μυθιστόρημά του, «Τερέζ Ρακέν» (1867), ξεκίνησε μία σειρά έργων με τίτλο «Λε Ρουγκόν Μακάρ. Φυσική και κοινωνική ιστορία μιας οικογένειας υπό την Β΄ Αυτοκρατορία» (Les Rougon-Macquart. Histoire naturelle et sociale d’une famille sous le Second Empire), όπου περιλαμβάνονται περισσότερα από τα μισά μυθιστορήματά του, θέλοντας να αναλύσει με διεισδυτική κριτική ματιά τις πτυχές της τότε γαλλικής κοινωνίας. Σε αυτή τη σειρά συγκαταλέγεται «Η ταβέρνα» (1877), ένα αριστούργημα το οποίο εμβαθύνει στο φαινόμενο του αλκοολισμού και της φτώχειας στην εργατική τάξη. Επίσης, «η Νανά» (1880), που με τη συμβολική μορφή μιας πόρνης η οποία διαφθείρει την παριζιάνικη ελίτ, δηλώνεται η κατάπτωση της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας. Επιπλέον, με το «Ζερμινάλ» (1885) έστρεψε τον προβολέα στις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας των ανθρακωρύχων.
Τον ίδιο καιρό είχε δημιουργηθεί μία ομάδα νεαρών λογοτεχνών που αυτοαποκαλούνταν “νατουραλιστές” και θεωρούσαν τον Ζολά δάσκαλό τους, γιατί πρώτος εκείνος είχε χρησιμοποιήσει τη λέξη “νατουραλισμός” για να εξηγήσει τη ρεαλιστική μορφή που έδινε στα έργα του. Το 1880 ο Εμίλ Ζολά ήταν πλέον μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της λογοτεχνικής αστικής τάξης και διοργάνωνε πολιτιστικά δείπνα με τον Γκυ ντε Μωπασσάν, τον Ζορίς-Καρλ Υσμάν και άλλους συγγραφείς στην πολυτελή βίλα του στο Μεντάν κοντά στο Παρίσι.
Στη συνέχεια, από τη βαθυστόχαστη καταγραφή των κοινωνικών προβλημάτων στράφηκε στη σοσιαλιστική ουτοπία με δύο τριλογίες του, «Οι τρεις πόλεις» και «Τα τέσσερα Ευαγγέλια», με τη δεύτερη να μένει ανολοκλήρωτη. Το 1898, διάσημος πια και σεβαστός, ο Ζολά έμελλε να συνταράξει συθέμελα τη γαλλική κοινωνία και να διακινδυνεύσει τη σταδιοδρομία του καθώς ανακατεύτηκε στην περίφημη υπόθεση Ντρέιφους, που έκανε πάταγο εκείνη την εποχή. Ήταν ο μόνος που υπερασπίστηκε το Ντρέιφους στέλνοντας ανοιχτή επιστολή στο Γάλλο πρόεδρο, η οποία δημοσιεύτηκε στις 13 Ιανουαρίου του 1898 στο εξώφυλλο της παριζιάνικης καθημερινής εφημερίδας L’Aurore, του Ζωρζ Κλεμανσώ, υπό τον τίτλο «Κατηγορώ!». Ο Ζολά ξεσκέπασε μία μηχανορραφία που κόστισε την ελευθερία στο στρατιωτικό Άλφρεντ Ντρέιφους εξαιτίας του αντισημιτισμού του Υπουργείου Αμύνης.
Το γράμμα αυτό προκάλεσε αίσθηση. Η πρόθεση του Ζολά ήταν να κατηγορηθεί ο ίδιος για συκοφαντική δυσφήμιση ώστε να δημοσιοποιήσει τα νέα αποδεικτικά στοιχεία προς στήριξη του Ντρέιφους. Την αποκάλυψη ακολούθησαν δραματικά γεγονότα. Πολλές γαλλικές εφημερίδες τον χτύπησαν, μποϊκοτάρανε τα βιβλία του και ο ίδιος μόλις κατόρθωσε να σωθεί από τη μανία του όχλου και την απόφαση του διακστηρίου εναντίον του δραπετεύοντας στην Αγγλία. Το γράμμα του όμως έφερε το αποτέλεσμα που ήθελε. Έγινε αναθεώρηση της δίκης και ο Ντρέιφους αποδείχτηκε αθώος, γεγονός που οδήγησε και στη μεταρρύθμιση του συστήματος, συμπεριλαμβανομένου του χωρισμού εκκλησίας και κράτους. Δυστυχώς ο ίδιος δεν τα έμαθε ποτέ αυτά. Το 1902 πέθανε δηλητηριασμένος από τις αναθυμιάσεις της σόμπας στην κρεβατοκάμαρά του.
Αντώνης Ζήβας