ΠΑΡΑΛΥΟΥΝ ΟΙ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΗΧΑΝΟΔΗΓΩΝ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΩΝ

Ακύρωση των περισσότερων υπεραστικών, αλλά και πολλών αστικών και περιφερειακών σιδηροδρομικών δρομολογίων προκαλεί από τα ξημερώματα η απεργία των μηχανοδηγών, οι οποίοι απέρριψαν τις νέες προτάσεις των εργοδοτών και απειλούν τώρα με συνέχιση της απεργίας τους. Η κατάσταση σε πολλές περιοχές επιδεινώνεται από τις συνεχιζόμενες κινητοποιήσεις των αγροτών, οι οποίοι έχουν αποκλείσει με τα οχήματά τους μεγάλους οδικούς κόμβους.

Σύμφωνα με εκπρόσωπο των Γερμανικών Σιδηροδρόμων (DB), στα τρένα μεγάλων αποστάσεων ακυρώνεται το 80% των δρομολογίων, ενώ έχει τεθεί σε εφαρμογή το πρόγραμμα «έκτακτης ανάγκης», με μεγαλύτερα τρένα και συχνότερα δρομολόγια, όπου υπάρχουν διαθέσιμοι μηχανοδηγοί.

Μετά και τη νέα απόρριψη της προσφυγής των εργοδοτών DB και Transdev από το κρατιδιακό Εργατικό Δικαστήριο της Έσσης, η απεργία για τις εμπορευματικές μεταφορές ξεκίνησε χθες στις 18:00 και για τις επιβατικές στις 02:00 τα ξημερώματα και θα ολοκληρωθεί την Παρασκευή στις 18:00.

Ο πρόεδρος της Ένωσης Μηχανοδηγών Γερμανίας (GDL) Κλάους Βεζέλσκι, ο οποίος μάλιστα έχασε χθες το βράδυ το τελευταίο τρένο από την Φρανκφούρτη προς το Βερολίνο, απέκλεισε το ενδεχόμενο πρόωρης αναστολής των κινητοποιήσεων. «Εάν δεν υπάρξει κάτι μέχρι την Παρασκευή, θα κάνουμε ένα διάλειμμα και θα συνεχίσουμε στην επόμενη εργατική μάχη», δήλωσε ο κ. Βεζέλσκι.

Το συνδικάτο διεκδικεί αυξήσεις 555 ευρώ μηνιαίως και καταβολή εφάπαξ «επιδόματος πληθωρισμού», αλλά και μείωση των ωρών εργασίας από 38 σε 35 εβδομαδιαίως με πλήρεις αποδοχές για τους εργαζόμενους σε βάρδιες, κάτι που απορρίπτει η DB. Όπως είπε ο κ. Βεζέλσκι, κάποιοι, αντιθέτως, από τους ιδιώτες ανταγωνιστές της DB είναι διατεθειμένοι να προχωρήσουν σε συμβιβασμούς σχετικά με το ωράριο.

Επιστροφή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ζήτησε ο υπουργός Μεταφορών Φόλκερ Βίσινγκ, τονίζοντας ότι «πρέπει να βρεθεί τρόπος συνεννόησης των δύο πλευρών και, προκειμένου να συμβεί αυτό, θα πρέπει να συζητούμε». Μια «γρήγορη» συμφωνία εργοδοτών και εργαζομένων ζήτησε και η Ένωση Επιβατών Σιδηροδρόμων Pro Bahn, επισημαίνοντας ότι στηρίζει το θεμελιώδες δικαίωμα στην απεργία, υπογραμμίζοντας όμως ταυτόχρονα ότι «αυτός πρέπει να είναι ο τελευταίος γύρος απεργιών».

Η απεργία στα τρένα συμπίπτει με την εν εξελίξει από την Δευτέρα «εβδομάδα δράσης» των αγροτών, οι οποίοι διαμαρτύρονται για τη σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων στο αγροτικό πετρέλαιο και έχουν αποκλείσει με τρακτέρ και αγροτικά φορτηγά κεντρικές οδικές αρτηρίες σε όλη τη χώρα.

Επιπλέον, για σήμερα έχουν ανακοινωθεί συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας σε πολλές περιοχές, με την κορύφωση των κινητοποιήσεων να αναμένεται την ερχόμενη Δευτέρα με συλλαλητήριο στο Βερολίνο.

Σύμφωνα με το Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων dpa, οι αγροτικές κινητοποιήσεις πλήττουν έναν στους πέντε Γερμανούς, καθώς επηρεάζονται οι μετακινήσεις πολλών εργαζομένων και μαθητών από απομακρυσμένες περιοχές.

«Οι θεμιτές διαμαρτυρίες τελειώνουν εκεί όπου παραβιάζονται τα δικαιώματα των άλλων», δήλωσε η υπουργός Εσωτερικών Νάνσι Φέζερ στην «Rheinische Post», ενώ ο επικεφαλής του συνδικάτου των αγροτών Γιοάχιμ Ρούκβιντ ζήτησε την κατανόηση των πολιτών, καθώς, όπως είπε, «πρόκειται για το μέλλον των οικογενειών μας και της τοπικής αγροτικής παραγωγής». Διαβεβαίωσε επίσης ότι σε κάθε κινητοποίηση οι λωρίδες έκτακτης ανάγκης παραμένουν ελεύθερες.

Στη δημόσια αντιπαράθεση για τις απεργιακές κινητοποιήσεις, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ING Κάρστεν Μπρζέσκι τάχθηκε υπέρ συμφωνιών για υψηλότερους μισθούς, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες του πληθωρισμού, με το βλέμμα στον σημαντικό περιορισμό της ιδιωτικής κατανάλωσης.

Σύμφωνα με τον ίδιο, οι κινητοποιήσεις «δεν θα μπορούσαν να έρθουν σε πιο ακατάλληλη στιγμή από οικονομική άποψη, καθώς η γερμανική οικονομία βρίσκεται ήδη σε ύφεση, παλεύει με υψηλά επιτόκια και δεν προβλέπεται να ανακάμψει σημαντικά τις επόμενες εβδομάδες και μήνες».

Ο κ. Γιούνιους ανέφερε ακόμη ότι «κάποια στιγμή θα πρέπει ως οικονομία να συνειδητοποιήσουμε ότι λόγω της πανδημίας, των υψηλότερων τιμών της ενέργειας και της αλλαγής στην κατάσταση ασφάλειας, δεν έχουμε πλέον το περιθώριο διανομής που είχαμε πριν από χρόνια».